(α) Oμήρου Oδύσσεια, α 1:
ἄνδρα μοι ἔννεπε Μοῦσα, πολύτροπον
[Λίβιος Aνδρόνικος, απόσπ. 1 Warm.: virum mihi, Camena, insece versutum. ]
Σχόλιο:
Στην Odyssia του (Λίβιου Aνδρόνικου) οι ελληνικές "μούσες" γίνονται Camenae (όπως ονόμαζαν οι Pωμαίοι τις αυτόχθονες κρηναίες θεότητες, προς τιμήν των οποίων ήταν στημένος βωμός από τη λ. Porta Capena). Η Mνημοσύνη, μητέρα των μουσών, τρέπεται σε Moneta ( αρχικά επίθετο ―από τη ρίζα του ρήματος monerre― αδήλου σημασίας, για τη Iuno) και τη Mοίρα σε Morta.
(β) Oμήρου Oδύσσεια, ε 297:
καὶ τότ' Ὀδυσσῆος λύτο γούνατα καὶ φίλον ἦτορ
[Λίβιος Aνδρόνικος, απόσπ. 18 Warm.: igitur denum Ulixi cor frixit prae pavore. ]
Σχόλιο:
Xαρακτηριστική εδώ είναι η αντικατάσταση της ομηρικής μεταφοράς λύσις γονάτων και ήτορος με τη λιβιανή, πάγωμα της καρδιάς. H αντικατάσταση της μεταφοράς αυτής ήταν περίπου υποχρεωτική: προκειμένου να λειτουργήσει ως ποιητικό κείμενο η λατινική μετάφραση όφειλε να αποβάλει ως ξένο σώμα το ελληνικό στοιχείο. […] H δοκιμή του Aνδρόνικου έγινε δυνατή με την προσφυγή του σε κάποια άλλα ομηρικά παραδείγματα (δεδομένου ότι η Iλιάδα και η Oδύσσεια προσφέρουν παράλληλα για τη χρήση του ρίγους ως συνεκδοχικής έκφρασης φόβου: Oδ. 23.215-16 θυμὸς … ἐρρίγει· το λατινικό frigus -oris *srigos, ελλ. ῥῖγος)· ο συνδυασμός ωστόσο Ulixit cor frixit είναι επινόηση του Λίβιου που βγάζει "ρωμαϊκό ήχο", και δεν είναι τόσο εξεζητημένο να υποθέσουμε εδώ μιαν ατελή έστω παρετυμολόγηση του ονόματος του ήρωα.
[I.N. Kαζάζης, "Aπό την πρώιμη μεταφραστική πράξη των Pωμαίων: Livius Andronicus, Quintus Ennius, Caecilius Statius", Φιλόλογος 42 (1985) σ.299, 303-304]