Οι διαφορετικοί φθόγγοι που δενδιαφοροποιούνσημασίες (όπως οι φθόγγοι [l] και [ʎ] που είδαμε στο προηγούμενο παράδειγμα) δεν είναι διαφορετικά φωνήματααλλά εκδοχές και ποικιλίες (ή αλλιώς «πραγματώσεις») του ίδιου φωνήματος. Αν το πρώτο μέλημα της φωνολογίας είναι να βρει τα φωνήματα μιας γλώσσας,
το επόμενο μέλημά της είναι να βρει με ποιους διαφορετικούς φθόγγους μπορεί να πραγματωθεί ένα φώνημα, καθώς και τις αιτίες που αναγκάζουν την αλλαγή της μορφής ενός φωνήματος.
Για παράδειγμα, στην κοινή νέα ελληνική τo φώνημα /k/, το οποίο κανονικά δημιουργείται με το πίσω μέρος της γλώσσας να πλησιάζει ή να ακουμπά στο πίσω μέρος της πάνω σιαγόνας (δηλ. την υπερώα, γι’ αυτό και το λέμε υπερωικό), δεν εμφανίζεται όταν ακολουθεί μπροστινό φωνήεν (δηλαδή το [i] ή το [e]). Αντί για το υπερωικό /k/ όμως, όταν ακολουθεί [i] ή [e], εμφανίζεται το ουρανικό [c] το οποίο δημιουργείται όταν η κορυφή της γλώσσας ακουμπά στο κέντρο της πάνω σιαγόνας, δηλαδή τον ουρανίσκο. Έτσι τα φωνήματα στη λέξη κερί /keˈri/ πραγματώνονται ως [ceˈri].
Άρα, το φώνημα /
k/ της κοινής νέας ελληνικής, έχει δύο διαφορετικές πραγματώσεις: η μία είναι ο υπερωικός φθόγγος [k], όταν ακολουθεί οποιοδήποτε σύμφωνο, καθώς και τα φωνήεντα/a/, /o/ και /u/. Η δεύτερη πραγμάτωση είναι ο ουρανικός φθόγγος [c], μόνο όταν ακολουθούν τα μπροστινά φωνήεντα [i] ή [e].
Η δεύτερη πραγμάτωση του φωνήματος /k/, δεν είναι τυχαία. Ίσα-ίσα· αν προσέξουμε τα χαρακτηριστικά των φωνηέντων που ακολουθούν όταν το φώνημα /k/ πραγματώνεται με τον ουρανικό φθόγγο [c] (δηλ. τα [i] και [e]), θα συνειδητοποιήσουμε ότι τα δύο φωνήεντα είναι μπροστινά.
Αυτή είναι και η αιτία που το /
k/ δεν πραγματώνεται στο πίσω μέρος του στόματος, αλλά πιο μπροστά, στον ουρανίσκο. Επειδή η απόσταση ανάμεσα στο οπίσθιο σύμφωνο /k/ και τα μπροστινά [i] ή [e], είναι πολύ μεγάλη, το οπίσθιο /k/ πραγματώνεται λίγο πιο μπροστά, για να μειωθεί η απόσταση.