Ας σκεφτούμε τις λέξειςιχθυοπώλης και ψαράς. Καταλαβαίνουμε τη σημασία και των δύο: η πρώτη δηλώνει ‘τον επαγγελματία που πουλά ψάρια’, η δεύτερη δηλώνει ‘αυτόν που ασχολείται επαγγελματικά με τα ψάρια, είτε τα ψαρεύει, είτε τα πουλά, είτε και τα ψαρεύει και τα πουλά’. Καταλαβαίνουμε επίσης ότι η πρώτη είναι λέξη «πιο επίσημη» και σπάνια, ενώ η δεύτερη είναι σε καθημερινή χρήση. Οι περισσότεροι από εμάς, όμως, όταν πρέπει να παραγάγουμε (να πούμε ή να γράψουμε) τη σχετική σημασία, θα χρησιμοποιήσουμε τη λέξη ψαράς.
Επομένως, αυτή ανήκει στο ενεργητικό λεξιλόγιο, ενώ η λέξη ιχθυοπώλης, την οποία την καταλαβαίνουμε, αλλά δεν την χρησιμοποιούμε ενεργητικά, ανήκει στο παθητικό λεξιλόγιο
.
Η διάκριση ανάμεσα σε ενεργητικό και παθητικό λεξιλόγιο φαίνεται, επίσης, όταν μαθαίνουμε κάποια ξένη γλώσσα. Γνωρίζουμε παθητικά (δηλαδή καταλαβαίνουμε) περισσότερες λέξεις από εκείνες που γνωρίζουμε ενεργητικά (δηλαδή παράγουμε). Όσο προχωράμε στην εκμάθηση της ξένης γλώσσας, τόσο περισσότερο αυξάνεται το ενεργητικό μας λεξιλόγιο. Ωστόσο, το παθητικό παραμένει –σε γενικές γραμμές– μεγαλύτερο.