1.Τι είναι το λεξιλόγιο;

Ας σκεφτούμε τις λέξεις της νέας ελληνικής τραπεζ-ικ-ός και *καρεκλ-ικ-ός. Όσοι είμαστε φυσικοί ομιλητές της νέας ελληνικής συνειδητοποιούμε ότι η πρώτη ανήκει στις λέξεις της νέας ελληνικής, ενώ

η δεύτερη δεν ανήκει, αλλά θα μπορούσε να ενταχθεί μιας και είναι φτιαγμένη σύμφωνα με τους κανόνες που φτιάχνονται οι λέξεις της νέας ελληνικής: είναι μια πιθανή λέξη

 . Γι’ αυτό άλλωστε και όλοι καταλαβαίνουμε ότι η λέξη *καρεκλικός θα σήμαινε ‘ο σχετικός με την καρέκλα’.
 
Για να αναφερθούμε σε όλες τις λέξεις μιας γλώσσας και τις υπαρκτές (όπως το τραπεζικός) και τις πιθανές (όπως το *καρεκλικός) χρησιμοποιούμε τον όρο λεξικό με την αφηρημένη σημασία του, δηλαδή εκείνη που καλύπτει όλο το απόθεμα των λέξεων που διαθέτει μια γλώσσα.
Εάν, όμως, θέλουμε να αναφερθούμε στις υπαρκτές λέξεις μιας γλώσσας που είτε χρησιμοποιούμε ενεργητικά (δηλαδή τις λέμε ή τις γράφουμε) είτε τις καταλαβαίνουμε ως υπαρκτές λέξεις (όταν τις ακούμε ή τις διαβάζουμε), τότε χρησιμοποιούμε τον όρο λεξιλόγιο.
 

Το λεξιλόγιο, επομένως, είναι υποσύνολο του λεξικού και περιέχει τις λέξεις μιας συγκεκριμένης ιστορικής φάσης μιας γλώσσας, τις οποίες γνωρίζουν είτε ενεργητικά είτε παθητικά οι ομιλητές της.