1. Εισαγωγή – Ορισμός
Ας παρατηρήσουμε το παρακάτω απόσπασμα λόγου από μια καθημερινή εφημερίδα: Ο μέχρι χθες διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου συνεχίζει την καλλιτεχνική του πορεία.
Μπορούμε να μετρήσουμε δώδεκα (12) λέξεις σε αυτήν την πρόταση ακολουθώντας το κριτήριο ότι λέξη είναι το τμήμα λόγου που βρίσκεται ανάμεσα σε δύο παύσεις στον προφορικό λόγο ή ανάμεσα σε δύο κενά στον γραπτό λόγο. Ας δούμε με ποιον τρόπο χαρακτηρίζουμε μια λέξη ως λέξη. Π.χ. στη λέξη διευθυντής αποδίδουμε χαρακτηριστικά σημασίας, δηλαδή ότι σημαίνει μια ‘ανθρώπινη οντότητα αρσενικού γένους που επιτελεί μια συγκεκριμένη επαγγελματική δραστηριότητα, τη διεύθυνση’. Επίσης, της αποδίδουμε χαρακτηριστικά μορφής, δηλαδή ότι αποτελείται από το θέμα διευθυν-, το παραγωγικό επίθημα -τη-και το κλιτικό επίθημα -ς, που την κάνει λέξη ενικού αριθμού στην ονομαστική πτώση. Αποδίδουμε, τέλος, και χαρακτηριστικά συντακτικής λειτουργίας, δηλαδή ότι η συγκεκριμένη λέξη θα μπορούσε σε μια πρόταση να πραγματοποιήσει συγκεκριμένες συντακτικές λειτουργίες, είτε υποκειμένου είτε αντικειμένου είτεπαράθεσης κ.λπ. Όλες οι παραπάνω ιδιότητες μας κάνουν να την χαρακτηρίζουμε ουσιαστικό. Επομένως, όταν αποδίδουμε σε μια λέξη ένα σύνολο σημασιολογικών, γραμματικών και συντακτικών ιδιοτήτων, την κατατάσσουμε σε μια συγκεκριμένη κατηγορία.
Στο παράδειγμα της λέξης διευθυντής, η κατηγορία είναι ουσιαστικό. Τη λέξη συνεχίζει τη θεωρούμε ρήμα, γιατί διαθέτει τα εξής χαρακτηριστικά: σημασιολογικά δηλώνει ‘την ενέργεια της συνέχειας’, γραμματικά δηλώνει με το μόρφημα -ιζ- φωνή ενεργητική, χρόνο ενεστώτα, έγκλιση οριστική, και με το επίθημα -ει δηλώνει ενικό αριθμό, τρίτο πρόσωπο, ενώ συντακτικά ο τύπος συνεχίζει σε μια πρόταση επιτελεί τις συντακτικές λειτουργίες του ρήματος. Ανάλογες κατηγοριοποιήσεις κάνουμε και για τις υπόλοιπες λέξεις της πρότασης.
Επομένως,
οι λέξεις χωρίζονται σε κατηγορίες που ονομάζονται μέρη του λόγου, ανάλογα με τα σημασιολογικά, γραμματικά και συντακτικά τους χαρακτηριστικά
.