1. Εισαγωγικές έννοιες

 

1.1 Κείμενο

Στην καθημερινότητά μας, ερχόμαστε συνεχώς σε επαφή με κείμενα, είτε προφορικού είτε γραπτού λόγου.

Τα κείμενα δεν αποτελούν μια απλή παράθεση προτάσεων αλλά διακρίνονται από οργάνωση, ενότητα, αλληλουχία και λειτουργικότητα.

 Ας δούμε τα παρακάτω παραδείγματα:

(1) Προσοχή στο κενό μεταξύ συρμού και αποβάθρας.
(2) Η μπριζόλα είναι ξεροψημένη. Γι’ αυτό τα χελιδόνια έφυγαν.
Το παράδειγμα (1) συνιστά ένα προειδοποιητικό ηχογραφημένο μήνυμα προς τους επιβάτες του μετρό, το οποίο γίνεται άμεσα αντιληπτό από τους αποδέκτες ως καλοσχηματισμένο κείμενο με συγκεκριμένη επικοινωνιακή πρόθεση. Η επικοινωνιακή πρόθεση αφορά τον σκοπό που θέλει να πετύχει ο πομπός με την εκφορά του κειμένου σε μια περίσταση επικοινωνίας. Στο παράδειγμα (1), ο πομπός του κειμένου έχει ως σκοπό να προφυλάξει το επιβατικό κοινό του μετρό από τυχόν ατυχήματα.
Αντίθετα, το παράδειγμα (2) συνιστά μια απροσδόκητη ακολουθία προτάσεων που ο αναγνώστης/ακροατής αδυνατεί, ή τουλάχιστον δυσκολεύεται, να αναγνωρίσει ως ολοκληρωμένη ενότητα λόγου, παρόλο που δεν περιλαμβάνει γραμματικά λάθη. Οι περισσότεροι, δηλαδή, από όσους το διαβάσουν ή το ακούσουν δεν θα το θεωρήσουν κείμενο.
 

1.2 Κριτήρια κειμενικότητας

Όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που καθιστούν ένα απόσπασμα λόγου κείμενο, τα ονομάζουμε

κειμενικότητα . Το απόσπασμα αυτό μπορεί να εκτείνεται από μια λέξη, π.χ. Έλα!, Ωχ!, Απαγορεύεται κλπ., έως μια ακολουθία προτάσεων, π.χ. Ξύπνησε στις 7 το πρωί. Ετοιμάστηκε γρήγορα γρήγορα και πήρε ταξί για να πάει στη δουλειά. Εκεί, τον περίμενε μια ευχάριστη έκπληξη.   

 

Σύγχρονοι μελετητές έχουν εντοπίσει κριτήρια κειμενικότητας όπως τα ακόλουθα: συνοχή, πληροφορητικότητα, συνεκτικότητα, προθετικότητα, διακειμενικότητα, περιστασιακότητα, αποδεκτότητα.

Εμείς εστιάζουμε την προσοχή μας στη συνοχή.