1. Η γλώσσα ως κώδικας επικοινωνίας
ονομάζουμε την ανταλλαγή μηνυμάτων μεταξύ των ανθρώπων, για την οποία χρησιμοποιείται κάποιου είδους κώδικας (π.χ. λόγος, εικόνα, μουσική, κινήσεις ή κάποιος συνδυασμός αυτών). Στο πλαίσιο αυτό, η γλώσσα θεωρείται ότι αποτελεί έναν κώδικα επικοινωνίας ο οποίος επιτρέπει στους ανθρώπους να μεταδίδουν πληροφορίες, ιδέες, αντιλήψεις.
Πιο συγκεκριμένα: - Χρησιμοποιώντας τη γλώσσα ένας/μια πομπός (Π) μπορεί να στείλει ένα μήνυμα σε έναν/μια δέκτη/τρια.
- Για να το επιτύχει αυτό, δίνει στο μήνυμα γλωσσική μορφή (Μ), εκφράζει δηλαδή το περιεχόμενο μέσα από έναν κώδικα (Κπ).
- Από τη δική του/της πλευρά, ο/η δέκτης/τρια καλείται πάλι βάσει ενός κώδικα (Κδ) να αποκωδικοποιήσει το μήνυμα (Μ΄), να ερμηνεύσει δηλαδή το περιεχόμενό του.
- Η μετάδοση του μηνύματος δίνεται μέσα από έναν δίαυλο (Δ), ο οποίος μπορεί να είναι –στην περίπτωση της γλώσσας που εξετάζουμε εδώ– ο προφορικός, ο γραπτός ή ο ηλεκτρονικός λόγος.
- Προϋπόθεση για την επιτυχή μετάδοση του μηνύματος συνήθως είναι οι δύο κώδικες (Κπ, Κδ) να συμπίπτουν.
Το ακόλουθο σχήμα απεικονίζει το μοντέλο που περιγράφηκε παραπάνω (Γούτσος 2012, 43· βλ. επίσης Μπαμπινιώτης 1998, 32):
Παρατηρούμε ότι τα μηνύματα Μ και Μ΄ μπορεί να μην είναι ακριβώς τα ίδια. Με αυτόν τον τρόπο:
- το μοντέλο αυτό επιχειρεί να περιγράψει και να εξηγήσει την πιθανότητα διαφορετικής ερμηνείας ή ελλιπούς κατανόησης μεταξύ πομπού και δέκτη/τριας στην επικοινωνία·
- μας θυμίζει ότι οι συμμετέχοντες/ουσες στην επικοινωνία μιλούν διαφορετική ιδιόλεκτο·
- λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι οι συμμετέχοντες/ουσες μπορεί να μη χρησιμοποιούν ακριβώς τον ίδιο κώδικα (Κπ, Κδ στο παραπάνω σχήμα), αλλά να προσπαθούν να επικοινωνήσουν χρησιμοποιώντας, για παράδειγμα, διαφορετική γλωσσική ποικιλία και ενδεχομένως (απο)δίδοντας διαφορετική βιωματική σημασία στο μήνυμα.