1. Τι είναι η γλωσσική ανισότητα;

Είναι γεγονός ότι στην επικοινωνία μας δεν χρησιμοποιούμε όλοι/ες μας με τον ίδιο τρόπο τη γλώσσα: ανάλογα με τα κοινωνικά χαρακτηριστικά μας (π.χ. ηλικία, φύλο, γεωγραφική και εθνοτική προέλευση, επάγγελμα, μορφωτικό επίπεδο) ο λόγος μας διαφοροποιείται από τον λόγο άλλων ομιλητών/τριών. Οι διαφορές εντοπίζονται στην προφορά, στο λεξιλόγιο, τα γραμματικοσυντακτικά [γραμματική] σχήματα που χρησιμοποιούμε, και τελικά στις γλώσσες που μιλάμε.

Επιπλέον,

τα διαφορετικά γλωσσικά στοιχεία που χρησιμοποιούμε δεν αξιολογούνται όλα με τον ίδιο τρόπο

 : η αξιολόγησή τους μπορεί να κυμαίνεται από πολύ θετική έως πολύ αρνητική (βλ. και γλωσσικές στάσεις και γλωσσική προκατάληψη-στερεότυπα).

Ας εξετάσουμε, για παράδειγμα, τη διαφορά μεταξύ του ξέρω πώς να/μπορώ να κάνω κάτι και του το ’χω:

·         τα μεν πρώτα θεωρούνται συνήθως πιο «ουδέτερα» από τους/τις ομιλητές/τριες και θα χρησιμοποιούνταν σε πλήθος επίσημων και ανεπίσημων περιστάσεων,

·         το δεύτερο συνήθως θεωρείται ως πιο ανεπίσημο, καθώς φαίνεται να αποτελεί νεολογισμό που προέρχεται από τη γλώσσα των νέων· άρα δεν θα εμφανιζόταν εύκολα (ή χωρίς να χαρακτηριστεί «ακατάλληλο» ή «χιουμοριστικό») σε επίσημα περιβάλλοντα ή σε συνομιλίες μεταξύ μεγαλυτέρων.