Είναι γεγονός ότι στην επικοινωνία μας δεν χρησιμοποιούμε όλοι/ες μας με τον ίδιο τρόπο τη γλώσσα: ανάλογα με τα κοινωνικά χαρακτηριστικά μας (π.χ. ηλικία, φύλο, γεωγραφική και εθνοτική προέλευση, επάγγελμα, μορφωτικό επίπεδο) ο λόγος μας διαφοροποιείται από τον λόγο άλλων ομιλητών/τριών. Οι διαφορές εντοπίζονται στην προφορά, στο λεξιλόγιο, τα γραμματικοσυντακτικά [γραμματική] σχήματα που χρησιμοποιούμε, και τελικά στις γλώσσες που μιλάμε.
Επιπλέον, τα διαφορετικά γλωσσικά στοιχεία που χρησιμοποιούμε δεν αξιολογούνται όλα με τον ίδιο τρόπο
Ας εξετάσουμε, για παράδειγμα, τη διαφορά μεταξύ του ξέρω πώς να/μπορώ να κάνω κάτι και του το ’χω:
· τα μεν πρώτα θεωρούνται συνήθως πιο «ουδέτερα» από τους/τις ομιλητές/τριες και θα χρησιμοποιούνταν σε πλήθος επίσημων και ανεπίσημων περιστάσεων,
· το δεύτερο συνήθως θεωρείται ως πιο ανεπίσημο, καθώς φαίνεται να αποτελεί νεολογισμό που προέρχεται από τη γλώσσα των νέων· άρα δεν θα εμφανιζόταν εύκολα (ή χωρίς να χαρακτηριστεί «ακατάλληλο» ή «χιουμοριστικό») σε επίσημα περιβάλλοντα ή σε συνομιλίες μεταξύ μεγαλυτέρων.