Ως ομιλητές/τριες αναπτύσσουμε συγκεκριμένες απόψεις τόσο για τη μητρική μας γλώσσα όσο και για άλλες γλώσσες που μαθαίνουμε ή που γνωρίζουμε ότι υπάρχουν.
Αυτού του είδους οι διατυπώσεις δείχνουν με άμεσο ή έμμεσο τρόπο στάσεις των ομιλητών/τριων απέναντι στις διάφορες γλώσσες (παραδείγματα 1-5), διαλέκτους και γλωσσικές ποικιλίες (παραδείγματα 6-10), κειμενικά είδη (παραδείγματα 11-12) και ταυτόχρονα απέναντι στους/ις χρήστες/τριές τους . Τέτοιες στάσεις μπορεί να είναι από πολύ θετικές μέχρι πολύ αρνητικές και εκδηλώνονται μέσα από υποκειμενικές κρίσεις σχετικά με το αν μια γλώσσα ή ποικιλία είναι «σωστή» ή «λάθος», «ωραία» ή «άσχημη» και τελικά σχετικά με το αν οι χρήστες/τριές τους είναι «μορφωμένοι/ες» ή «αμόρφωτοι/ες», «πολιτισμένοι/ες» ή «απολίτιστοι/ες», «αξιόλογοι/ες» ή «κατώτεροι/ες», «ευγενικοί/ες» ή «αγενείς» κλπ.