1. Εισαγωγή: Τι είναι η συμφωνία;
Ο πατέρας μου ήρθε νωρίς.
Η μητέρα μου ήρθε νωρίς.
Οι γονείς μου ήρθαν νωρίς.
Εγώ ήρθα αργά.
Όπως βλέπουμε στα παραπάνω παραδείγματα, Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι κανονικά, όταν το υποκείμενο είναι ενικού αριθμού και α΄ προσώπου (δηλ. εγώ), το ρήμα πρέπει να έχει τις καταλήξεις του ενικού αριθμού και του α΄ προσώπου (π.χ. γράφω, έγραφα, γραφόμουν κλπ.). Όταν το υποκείμενο είναι ενικού αριθμού και β΄ προσώπου (δηλ. εσύ), το ρήμα πρέπει να έχει τις καταλήξεις του ενικού αριθμού και του β΄ προσώπου (π.χ. γράφεις, έγραφες, γραφόσουν κτλ.). Όταν το υποκείμενο είναι ενικού αριθμού και γ΄ προσώπου (δηλ. αυτός/αυτή/αυτό), το ρήμα πρέπει να έχει τις καταλήξεις του ενικού αριθμού και του γ΄ προσώπου (π.χ. γράφει, έγραφε, γραφόταν κτλ.). Αντίστοιχα και για τον πληθυντικό αριθμό: Εμείς γράφουμε, γράφαμε, γραφόμασταν κλπ.
Εσείς γράφετε, γράφατε, γραφόσασταν κλπ.
Αυτοί/Αυτές/Αυτά γράφουν, έγραφαν, γράφονταν κλπ.
Επιπλέον, όταν υπάρχουν περισσότερα του ενός υποκείμενα, το ρήμα κανονικά εμφανίζεται στον πληθυντικό – ακόμα και αν το καθένα από τα υποκείμενα είναι στον ενικό αριθμό:
Η Μαρία, η Κατερίνα και η μαμά τους ήρθαν νωρίς.
Ένας Κινέζος, ένας Γερμανός και ένας Έλληνας συναντήθηκαν σε ένα πλοίο.
Η Μαρία και οι αδελφές της ήρθαν νωρίς.
Σε περιπτώσεις που το υποκείμενο περιλαμβάνει διαφορετικά πρόσωπα, το ρήμα εμφανίζεται στον πληθυντικό και στο πρόσωπο που επικρατεί (το
α΄ πρόσωπο είναι επικρατέστερο από όλα και το β΄ πρόσωπο είναι επικρατέστερο από το γ΄): [Η αδελφή μου κι εγώ] ήρθαμε αργά.
[γ’ πρόσωπο + α΄ πρόσωπο] à α΄ πρόσωπο
[Εσύ κι εγώ] ήρθαμε αργά.
[β’ πρόσωπο + α΄ πρόσωπο] à α΄ πρόσωπο
[Η αδελφή μου κι εσύ] ήρθατε αργά.
[γ’ πρόσωπο + β΄ πρόσωπο] à β΄ πρόσωπο