Συμπληρώστε το παρακάτω απόσπασμα με
τις σωστές προθέσεις από το πλαίσιο:
για, δίχως, από, κατά, με, σε
Μία φορά το μήνα, ο παππούς μου έπαιρνε
την ώρα του πρωινού ένα ύφος αυστηρό κι επίσημο, σηκωνόταν ____ να βγάλει άχνα
κι έφευγε μόνος ____ την αγορά. Καταλαβαίναμε τότε πως ήταν η μεγάλη μέρα. Η
γιαγιά μου ύψωνε το βλέμμα στον ουρανό, παραπονιόταν πως «τώρα θα βρομάει ο
τόπος ___ αιώνες» και μουρμούριζε μέσ' ___ τα δόντια της. Μια ώρα αργότερα, ο
παππούς μου επέστρεφε ____ το λιμάνι ___
ένα πελώριο κασόνι που ανάδινε τη μυρωδιά θαλασσινών. Μας έστελνε στην παραλία,
εμάς τους «μπόμπιρες», κι εμείς φεύγαμε τρέμοντας ολόκληροι ____ την
ανυπομονησία. Όταν, ____ τη μία η ώρα, γυρίζαμε, οι σαρδέλες στη σχάρα πλημμύριζαν όλη τη γειτονιά ___ τη θαλασσινή ευωδιά και
την τσίκνα τους. Ένας πυκνός γκρίζος καπνός έβγαινε μέσ' ____ τις κουκουναριές
γύρω ____ τον κήπο μας. Οι άντρες ___ τα διπλανά σπίτια είχαν έρθει να δώσουν
ένα χεράκι στον παππού μου. Πάνω ___ κάτι πελώριες σχάρες, τα μικρά ασημένια
ψάρια ξεροψήνονταν κιόλας στον μεσημεριανό αέρα. Όλοι γελούσαν, κουβέντιαζαν,
άνοιγαν μπουκάλια παγωμένο λευκό κρασί, ώσπου στο τέλος οι άντρες κάθονταν κάτω
κι οι γυναίκες έβγαιναν ___ την κουζίνα κουβαλώντας στοίβες πεντακάθαρα πιάτα.
Η γιαγιά μου έπιανε ___ επιδεξιότητα ένα ___ τα στρουμπουλά ψαράκια,
οσφραινόταν το άρωμα του και το έριχνε στο πιάτο μαζί __ μερικά ακόμα. Με
κοίταζε γλυκά ___ το καλοσυνάτο βλέμμα της κι έλεγε: «Έλα δω, μικρό, το πρώτο
είναι ___ σένα! Πώς του αρέσουν!» Κι όλος ο κόσμος ξεκαρδιζόταν στα γέλια και
με χτύπαγε στην πλάτη ενώ η γενναιόδωρη μερίδα προσγειωνόταν μπροστά μου. Εγώ
δεν άκουγα τίποτα πια. ___ τα μάτια γουρλωμένα, κοίταζα το αντικείμενο του
πόθου μου: η γκρίζα, φουσκωμένη πέτσα, αυλακωμένη ___ μακριές μαύρες γραμμές,
ξεκολλούσε κιόλας ___ τα πλευρά που κάλυπτε. Το μαχαίρι μου χάραζε τη ράχη του
ψαριού κι έκοβε ___ προσοχή στα δυο τη λευκή σάρκα, ψημένη όσο ακριβώς
χρειαζόταν ώστε να ξεχωρίζει ___ σφιχτά φυλλαράκια.
Μιριέλ Μπαρμπερί, Στην άκρη των χειλιών μου η απόλαυση
Μία
φορά το μήνα, ο παππούς μου έπαιρνε την ώρα του πρωινού ένα ύφος αυστηρό κι
επίσημο, σηκωνόταν δίχως να βγάλει άχνα κι έφευγε μόνος για την
αγορά. Καταλαβαίναμε τότε πως ήταν η μεγάλη μέρα. Η γιαγιά μου ύψωνε το βλέμμα
στον ουρανό, παραπονιόταν πως «τώρα θα βρομάει ο τόπος για αιώνες» και
μουρμούριζε μέσ' από τα δόντια της. Μια ώρα
αργότερα, ο παππούς μου επέστρεφε από το λιμάνι με ένα πελώριο
κασόνι που ανάδινε τη μυρωδιά θαλασσινών. Μας έστελνε στην παραλία, εμάς τους
«μπόμπιρες», κι εμείς φεύγαμε τρέμοντας ολόκληροι από την ανυπομονησία.
Όταν, κατά τη μία η ώρα, γυρίζαμε, οι σαρδέλες στη σχάρα πλημμύριζαν όλη τη γειτονιά με
τη θαλασσινή ευωδιά και την τσίκνα τους. Ένας πυκνός γκρίζος καπνός έβγαινε μέσ’ από τις κουκουναριές γύρω από τον κήπο
μας. Οι άντρες από τα διπλανά σπίτια είχαν έρθει να δώσουν ένα χεράκι στον
παππού μου. Πάνω σε κάτι πελώριες σχάρες, τα μικρά ασημένια ψάρια
ξεροψήνονταν κιόλας στον μεσημεριανό αέρα. Όλοι γελούσαν, κουβέντιαζαν, άνοιγαν
μπουκάλια παγωμένο λευκό κρασί, ώσπου στο τέλος οι άντρες κάθονταν κάτω κι οι
γυναίκες έβγαιναν από την κουζίνα κουβαλώντας στοίβες πεντακάθαρα πιάτα.
Η γιαγιά μου έπιανε με επιδεξιότητα ένα από τα
στρουμπουλά ψαράκια, οσφραινόταν το άρωμα του και το έριχνε στο πιάτο μαζί με
μερικά ακόμα. Με κοίταζε γλυκά με το καλοσυνάτο βλέμμα της κι έλεγε:
«Έλα δω, μικρό, το πρώτο είναι για σένα! Πώς του αρέσουν!» Κι όλος ο
κόσμος ξεκαρδιζόταν στα γέλια και με χτύπαγε στην πλάτη ενώ η γενναιόδωρη
μερίδα προσγειωνόταν μπροστά μου. Εγώ δεν άκουγα τίποτα πια. Με τα μάτια
γουρλωμένα, κοίταζα το αντικείμενο του πόθου μου: η γκρίζα, φουσκωμένη πέτσα,
αυλακωμένη από μακριές μαύρες γραμμές, ξεκολλούσε κιόλας από τα
πλευρά που κάλυπτε. Το μαχαίρι μου χάραζε τη ράχη του ψαριού κι έκοβε με
προσοχή στα δυο τη λευκή σάρκα, ψημένη όσο ακριβώς χρειαζόταν ώστε να ξεχωρίζει
σε σφιχτά φυλλαράκια.
Συμπληρώστε τα κενά με
την κατάλληλη πρόθεση και γράψτε στο πλαίσιο τη σημασία που έχει σε κάθε
πρόταση, όπως στο παράδειγμα.
1. Πέρασε
από
δίπλα μου και έκανε πως δε με
είδε. (τόπο)
2. Είναι το πιο κατάλληλο μέρος ____ ξεκούραση. (__________)
3. Δεν πρόκειται να πάω πουθενά _______ εσένα. (__________)
4. Εγώ θα προτιμήσω τα μαύρα _______ τα κόκκινα παπούτσια. (__________)
5. Τελικά δε θα μπορέσω να συναντηθούμε ________ κάποιου απρόοπτου
γεγονότος. (__________).
6. Είδα τον κλέφτη που πήγαινε ____ τον κήπο. (__________)
7. Τα έκανε όλα ____ την υπερβολική του αγάπη. (__________)
8. Κάθε μέρα πηγαίνει ___ τα πόδια ___ το γραφείο.
(__________)(__________)
9. ____ την Πάτρα είναι
10.
Δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα ___ τους ειδικούς. (__________)
1.
από δίπλα μου: τόπος
2.
για ξεκούραση: σκοπός
3.
χωρίς εσένα: έλλειψη
4.
αντί τα κόκκινα παπούτσια: αντικατάσταση
5.
εξαιτίας κάποιου απρόοπτου
γεγονότος: αιτία
6.
προς τον κήπο: κατεύθυνση
7.
από την υπερβολική του αγάπη: αιτία
8.
με τα πόδια στο γραφείο: τρόπος, τόπος/κατεύθυνση
9.
Μέχρι/Ως/Ίσαμε την Πάτρα: τόπος
10.
κατά τους ειδικούς: αναφορά