Φεύγα, Μούσα! Για το γάμο
Ενού φίλου μου ακριβού
Πέντε στίχους θε να κάμω,
Όπως μώρθουνε στο νου.
Ποια είν’ η νύφη; -Περιστέρα,
Αγγελόπουλο, Θεά·
Του Χαριάτη η θυγατέρα,
Ξακουσμένη για ομορφιά.
Στόμα ωραίο, σα δαχτυλίδι,
Ίσια μύτη ελληνική,
Ένα μέτωπο, ένα φρύδι,
Οπού λες και σου μιλεί.
Σα βαλθεί να τραγουδήσει,
-Με το δάσκαλο κοντά-
Και ταις πέτραις θα ραΐσει,
Όχι ανθρώπινη καρδιά.
Τάχα είν’ άλλη να της μοιάζει
Εις τη Ζάκυνθο και αλλού,
Σα γλυκίσματα ετοιμάζει
Για τους φίλους του γαμπρού;
Τόση τέχνη, τέτοια κάλλη
Ποιος είν’ άξιος να χαρεί;
Μωρέ, πες μου Λιμπεράλη,
Πώς την άρπαξες εσύ;
Ή τα γένια ή το μουστάκι
Την εμάγεψαν θαρρώ·
Α! γιατί, Γερασιμάκη,
Έχεις πρόσωπο σπανό;
Όχι, φίλε· δε φθονάω,
Και απ’ τα βάθη της καρδιάς
Και τους δύο σας ευλογάω,
Ωσά νάμουνα παπάς.
Θε! ποτέ να μη σιμώσει
Ζήλεια κρύα, φαρμακερή
Το κρεβάτι να ξεστρώσει
Οπού εσάς ακαρτερεί!
Πάντα εκεί να τριγυρίζουν
Πνευματάκια ερωτικά·
Μ’ ευωδίες να το γιομίζουν,
Μ’ άνθια ωραία — και τα λοιπά!
Ο Καιρός θε να τροχήσει
Το δρεπάνι το σκληρό,
Πριν του γάμου σας να σχίσει
Τον αχώριστο δεσμό.
Και θα ιδείτε ολογυρά σας
Μία σωστή δωδεκαριά
Από αντίτυπα δικά σας,
Ερωτόπλαστα παιδιά.