3
Στην περιοχή δεν έχει δημοτικό σχολείο, εκτός απ’ το ωραίο πέτρινο δημοτικό της οδού Κασσάνδρου, που χτίστηκε επί τουρκοκρατίας από ξένους αρχιτέκτονες. Από τα κάστρα, κυρίως απ’ τη συνοικία Εσκί Ντελίκ, που στα τούρκικα σημαίνει παλιά τρύπα, κατεβαίνουν πρωί κι ανεβαίνουν μεσημέρι δεκάδες μαθητές, που πηγαίνουν στο δημοτικό της οδού Ολυμπιάδος. Είναι όλα ροδομάγουλα, μασουλούν αδιάκοπα γκοφρέτες (με κουπόνια για διάφορα δώρα), εκείνο όμως που μου αρέσει περισσότερο είναι που δεν τα πάνε στο σχολείο οι μπαμπάδες τους με τα γιώτα-χι, ούτε τα συνοδεύουν οι Ταϋλανδέζες υπηρέτριες, όπως έβλεπα στην ξιπασμένη Τούμπα. Επίσης αρκετά συχνά ο δρόμος μας πλημμυρίζει από μικρά μαθητούδια που τα συνοδεύουν οι δάσκαλοί τους και ανεβαίνουν κατά τάξεις τιτιβίζοντας για να παίξουν στην ωραία πλατεία Τερψιθέας, με τον μοναδικό τούρκικο κουρμπέ, που έχει απομείνει στη Θεσσαλονίκη. Έτσι κι εμείς, όταν ήμασταν στο γυμνάσιο, πηγαίναμε με τα πόδια και με συνοδεία καθηγητών εκδρομή στα εβραίικα μνήματα ή στους Χορταζήδες, για να παίξουμε ξένοιαστα στο γρασίδι, που όμως το βρίσκαμε γεμάτο ερωτικά τεκμήρια της νύχτας.
Εκτός απ’ τα παιδιά, κάθε πρωί ακούω στο καλντερίμι, ακόμα από τα χαράματα, τα βήματα των εργατών που κατεβαίνουν για τις δουλειές τους και κουβεντιάζουν ζωηρά, κρατώντας στο χέρι το ζεμπίλι με το κολατσιό ή το μεσημεριανό τους. Τέτοιες εικόνες δεν είχα δει ούτε μια φορά στην Τούμπα. Απ’ αυτούς, άλλοι μιλούνε ρωσικά, άλλοι γύφτικα (έχει μερικούς Ρουμανόγυφτους πιο πάνω) κι όταν ακούω να παίρνει και να δίνει το «μαλάκα» καταλαβαίνω πως κατεβαίνουν και οι ημέτεροι.
Ντίνος Χριστιανόπουλος, Θεσσαλονίκην, ου μ’ εθέσπισεν… αυτοβιογραφικά κείμενα, Ιανός, Θεσσαλονίκη 1999, σ. 176-178.