Ουδετερότητα και Εθνικός διχασμός

Λογοτεχνία

▲▲

Ξιφίρ Φαλέρ

(απόσπασμα)


Ανέβηκε τρία τρία τα λίγα εξωτερικά σκαλιά του μεγάλου ξενοδοχείου. Ο μεγαλοπρεπής θυρωρός τον χαιρέτησε εδαφιαίως και του ανήγγειλε πως ο καλεσμένος του τον περίμενε ήδη.

Χμ! έκανε ο Κυριάκος. Είχε έρθει αποφασισμένος να ψήσει το ψάρι στα χείλη αυτού του γραικύλου, και η αρχή ήταν καλή. Ας περιμένει!

Εντούτοις το πρόσωπό του ήταν προσηνές και πρόσχαρο καθώς πλησίαζε τον Νίκυ και του άπλωνε το χέρι ζητώντας συγγνώμη για την καθυστέρηση.

«Αλλά δεν φταίω…» έκανε. «Όταν σας εξηγήσω, θα με δικαιολογήσετε. Αλλά ας παραγγείλουμε πρώτα. Θα πρότεινα ν' αρχίσουμε με τη χορτόσουπά τους -την κάνουν πολύ καλά και ευτυχώς υπάρχουν και τα υλικά- και μετά μια συναγρίδα; Άλλοτε ήταν εξαίρετη εδώ, αλλά τώρα, με τις δυσκολίες που συναντούν οι ψαράδες μας…» κούνησε το κεφάλι. «Δεν μας κάνετε τη ζωή εύκολη, αγαπητέ μου κύριε Πετρίδη», χαμογέλασε γλυκά. «Πότε μας δίνετε το στάρι με το σταγονόμετρο, πότε κατακρατάτε το κάρβουνο, πότε τα πολεμικά σας συλλαμβάνουν τις τράτες μας, όλο και κάτι βρίσκετε για να μας δείξετε πόσο μας αγαπάτε».

«Οι ανάγκες του πολέμου…» έκανε απολογητικά ο Νίκυ ανοίγοντας τις παλάμες του.

«Του πολέμου;» έδειξε έκπληξη ο Κυριάκος.

«Είμαστε στη μέση ενός πολέμου, κύριε Κανιστράκη, και ο πόλεμος χρειάζεται θυσίες», του υπενθύμισε αυστηρά ο άλλος.

«Είμαστε;» έκανε πάλι με απορία ο Κανιστράκης. «Δηλαδή, για να λέμε την αλήθεια, δεν είμαστε - είσαστε<. Εσείς είστε στη μέση ενός πολέμου, εσείς τον διεξάγετε με τον τρόπο που νομίζετε κι εσείς επιλέγετε να μην τον κλείσετε με έναν συμβιβασμό, παρά τις αντίθετες φωνές που ακούγονται και στη Ρωσία και στην Αγγλία και κυρίως στην Γαλλία. Θλιβερά πράγματα - λιποταξίες, ανταρσίες, στρατοδικεία, τουφεκισμοί…» κούνησε το κεφάλι του. «Εμείς όμως», άλλαξε τόνο, «εμείς, είμαστε ουδέτεροι. Τι σας χρωστάμε λοιπόν;»

Ο Πετρίδης είχε έτοιμη την απάντηση.

«Ω!» έκανε ήπια. «Η καιροσκοπία βλέπετε, έχει κι αυτή το κόστος της».

Ο Κανιστράκης δοκίμασε το κρασί που μόλις του είχε βάλει στο ποτήρι του ο σερβιτόρος, και του έκανε νόημα πως ήταν καλό και μπορούσε να προσφέρει στον ξένο του.

«Καιροσκοπία», έκανε μετά με ύφος σκεπτικό. «Καιροσκοπία θα το λέγατε;» αργά έξυσε με το νύχι του αντίχειρα το πηγούνι του.

«Μα τι άλλο; Ουδετερότης δεν σημαίνει τίποτα. Η πραγματικότητα είναι ότι η Κυβέρνησή σας περιμένει να δει προς τα πού θα γείρει η πλάστιγγα, ώστε να μπείτε με το μέρος των νικητών».

«Λέτε; Λέτε;» κούνησε το κεφάλι ο Κυριάκος. Και αλλάζοντας θέμα: «Αλήθεια, πώς σας φαίνεται το κρασί; Θέλω να πω μήπως προτιμάτε ρετσίνα; Υπάρχουν ξένοι που την έχουν συνηθίσει και την ζητούν».

Ο Νίκυ, που την απεχθανόταν, είπε ευγενικά πως δεν ήταν φίλος.

«Ώστε δεν την θέλετε;»

«Όχι… δηλαδή θέλω να πω… μην μπαίνετε στον κόπο».

«Δεν είναι κόπος. Αν θέλετε, η ρετσίνα έρχεται αμέσως».

«Είστε πολύ καλός».

Βιβλιογραφικά

Αθηνά Κακούρη, Ξιφίρ Φαλέρ, Καστανιώτης, Αθήνα 2009, σ. 275-276.

Μεταδεδομένα

< Μεγάλες Δυνάμεις > < Κακούρη >

▲▲

Το τρίτο στεφάνι

(απόσπασμα)


Ο άντρας μου ήταν έμπορος. Πασίγνωστος στην αγορά της Θεσσαλονίκης. Όπου ακούγανε πως είσαι κυρία Λόγγου, σου 'καναν δέκα τεμενάδες. Είχαμε σχέσεις με την καλύτερη κοινωνία. Μια φορά έβαλε κάλπη για να βγει και βουλευτής. Όπως όλοι οι άντρες, είχε κι αυτός μανία με τα πολιτικά. Μα κέρδισε τότε τις εκλογές ο Βενιζέλος. Ο άντρας μου ήταν βασιλικός ως το κόκαλο, και την ψυχή του έδινε για τον Κωνσταντίνο. Την εποχή εκείνη είχε αρχίσει ο διχασμός Κωνσταντίνου-Βενιζέλου. το σπίτι μας είχε καταντήσει πολιτικό κέντρο. Μαζευόντουσαν όλοι οι εξέχοντες βασιλικοί στο σαλόνι μας, και κάνανε συμβούλια επί συμβουλίων. Και δωσ' του αράδα τα τραπέζια. Ταΐζαμε τους χωριάτες για να τον ψηφίσουν. Την εποχή εκείνη δε σε ψήφιζε κανείς αν δεν του 'βαζες κάτι στο χέρι. Τα 'βλεπα και συγχυζόμουνα. Με το μικρό μου, το γυναικείο μυαλό, πρόβλεπα πως η ιστορία αυτή δε θα 'χε καλά ξεμπερδέματα. Κι εγώ αγαπούσα το βασιλιά, μα ήμουνα της γνώμης πως δεν έπρεπε ν' ανακατεύεται στα πολιτικά. «Τι πράματα είν' αυτά, βρε Γιάννη;» του 'λεγα. «Παράτα, κακομοίρη μου, τον Κωνσταντίνο κι άντε με το Βενιζέλο να φας ψωμί! Χαρά στην προκοπή που είδαμε και με τους βασιλιάδες! Αν, ο μη γένοιτο, χάσεις μια μέρα την περιουσία σου, θα γυρίσει άραγε ο Κωνσταντίνος να σε κοιτάξει;» Μα οι άντρες δεν έχουνε μυαλό. Είναι σαν τα παιδιά. Όλα τα θυσιάζουνε για μια ιδέα. Παρατούσε τις δουλειές του κι έτρεχε στη Χαλκιδική κι έβαζε λόγους. Έταζε στους χωριάτες λαγούς με πετραχήλια. Στο τέλος έφαγε τη χυλόπιτα. Περιουσία έχεις, σου λέει ο θεός. Ο κόσμος σ' υπολήπτεται. Έχεις μια οικογένεια που σε λατρεύει. Και δε σε φτάνει; Θέλεις να βγεις και βουλευτής; Στάσου να σου δώσω εγώ μια γερή στον πισινό να σε βάλω στη θέση σου…

Βιβλιογραφικά

Κώστας Ταχτσής, Το τρίτο στεφάνι, Εξάντας, Αθήνα 1987, σ. 77-78.

Μεταδεδομένα

< Μονόλογος > < Εθνικός διχασμός > < Ταχτσής > < Βενιζέλος >

▲▲

Η ζωή εν τάφω. Το βιβλίο του πολέμου

(απόσπασμα)


Σαν πεθαίνουν οι πορφυρογέννητοι νεκροί


Θυμάμαι τη μεγάλη κοσμοφουρτούνα της επανάστασης. Χιλιάδες λαός, συγκινημένος από μια χαρά γεμάτη αγωνία. Είναι τότες κανένας σε μια τέτοια κατάσταση: Ένα πράμα φλογερό σα φύσημα θεού τρέχει ζαλιστικά μέσα στις αρτηρίες, κάτι που δεν έχει συγκρατημό. Κάτι πρέπει να κάνεις και δεν ξέρεις τι. Να ουρλιάξεις άγρια και νικητήρια, πού ν' ακούσεις τη φωνή σου να χτυπά σαν τις σάλπιγγες της Ιεριχώς πάνω στους πύργους των Γκατελούζων, μέσα στ' απλωμένα πανιά των καραβιώ και πάνω στους τοίχους των δημόσιων χτιρίων; Ή να κλάψεις γλυκά, με δάκρυα σα χλιαρό σιρόπι, με το κεφάλι μαλακά ακουμπισμένο στα παχουλά γόνατα μιας αγαπημένης γυναίκας; Αυτές τις ώρες, άμα βρεθεί Κείνος που θα πει: «τούτο να κάνεις», το κάνεις με απέραντη απολύτρωση και τον θεοποιεί κιόλας η ευγνωμοσύνη σου η δακρυσμένη, μακάρι και να σου πει: «πέσε στη φωτιά». Και γυρωτρόγυρα ένας θόρυβος κυμάτιζε, χιλιόφωνος, πολυσύνθετος και μεθυστικός. Οι καμπάνες πάνω από την πολιτεία είχανε τρελαθεί! Αλάλαζαν πάνω από την επιφάνεια των κόκκινω στεγών, κι ήταν ένα κοπάδι ξεφρενιασμένοι αρχαγγέλοι που γέμισαν τον αγέρα με το φριχτό εγερτήριο. Χτυπούσανε τα κοντάρια στις χαλκένιες ασπίδες και χουγιάζαν. Είχανε μπρουτζένιες φωνές και τρομερές φτερούγες, τρικύμιζαν σα θάλασσα την ατμόσφαιρα. Είναι ένα πράμα αξιοθάμαχτο οι καμπάνες, σαν αρχίσουν και φωνάζουν με τα μεγάλα τους χείλια τ' απόκοτα τολμήματα των λαών. Οι ήχοι σμίγανε σα ζεστός αχνός μέσα στο αίμα. Είχανε μπαμπακένια χέρια και σπρώχνανε τις μάζες. Γινόντανε σκοινιά και δένανε μια-μια όλες τις ψυχές των ανθρώπων με τα ξετρελαμένα γλωσσίδια, ως εκεί ψηλά στα καμπαναριά! Άντρες, γυναίκες, γέροι και μωρά. Κάτι χαμένα ζα τρέχανε σαστισμένα ανάμεσα στα πόδια του κόσμου, που ξεχυνόταν, ποτάμι, από τα κατηφορικά σοκάκια. Οι σημαίες και τα μεταξωτά λάβαρα με τους αγίους παίζανε χαρωπά στον αγέρα. Τα χρυσά κρόσσια έσταζαν ήλιο κι οι ασπρογάλαζες φούντες από τις παντιέρες σ' αγγίζανε ανατριχιαστικά στα μαλλιά. Κάθε φορά που ανάσαινες, κατάπινες μια γουλιά ακριβό πιοτό και πάνω από την πηχτή θάλασσα των ανθρωποκεφαλιών που μερμήκιαζαν, τρέχανε μέσα στο φως μυστικά ηλεχτρικά ρέματα. Κάνανε τις ψυχές να τρέμουν σαν καλαμιές, τα δάχτυλα να διπλώνουνε σπασμωδικά.

Άξαφνα, μέσα σε τούτη την ξωτικιά σύναξη, που λες και γεννήθηκε μέσα στα όνειρα ενός θερμασμένου παιδιού, δεν ξέρω πώς έγινε και πρωτακούστηκε μια βροντή φορτωμένη από τρομάρα κι έχτρα μαζί.

-Κάτω ο βασιλιάς! Ζήτω ο πόλεμος!

Ο ρήτορας με τη θερμή φωνή και με τις μουσικές του, τις μελετημένες χειρονομίες, δεν την είχε φωνάξει. Τήνε ξεγέννησε μονάχα, μαστορικά, από το λαρύγγι του λαού. Ήταν ψηλός και λιγνός, τα μάτια του έφεγγαν σαν του άρρωστου. Είχε κυματιστά μαλλιά που τα ζευγάριζαν κάτι μακριά προφυματικά δάχτυλα. Το πρόσωπό του ήταν συμπαθητικό και θεατρίνικο. Κι η μεγάλη μύτη του φαινόταν ειλικρινά συγκινημένη, έτσι που έγερνε προσεχτικά προς το στόμα που ρητόρευε, μη λάχει και χάσει λέξη από το κήρυγμα που 'βγαινε κάτωθέ της. Και μια στιγμή που τα μακριά του χέρια υψωθήκανε προς το λαό σα φτερούγες και σα δέηση, έσκασε τ' αστροπελέκι: Κάτω ο βασιλιάς!

Θυμήθηκα έναν καθηγητή μας, έτσι λιανόν κι αδύνατο, που να τόνε φυσούσες - πουφ - θα 'πεφτε κάτω. Έβγαζε λοιπόν από την ηλεχτρική μηχανή του φωτισμού κάτι τρομερές σπίθες, που μπορούσανε να σκοτώσουν βουβάλι. Το 'κανε με την ίδια κομψή κίνηση.

-Κάτω ο βασιλιάς!

Σαν το πρωτοφωνάξαμε έτσι δα, με τις γροθιές σφιγμένες στα μεριά, με τα δόντια κλειδωμένα πάνω σε κάθε συλλαβή, σα να τις δαγκάναμε μια-μια, σταθήκαμε όλοι για μια στιγμή δίχως ανάσα. Ακούσαμε τον πρωτάκουστον αντίλαλο τούτης μας της κραξιάς που πλατάγισε κάπως παράξενα στους τοίχους των σημαιοστολισμένω σπιτιών και στα νερά του λιμανιού. Ένα παράξενο συναίστημα. Κάτι έλιωνε, κάτιτις κόπηκε μέσα στο στήθος. Ένα δυσάρεστο κενό άνοιξε ξαφνικά. Ήτανε τ' αδειανό βάθρο που γκρεμίσαμε πάνωθέ του το προαιώνιο είδωλο με μια καλή κλωτσιά;

Σε τούτες τις ώρες, που ένας ολάκερος λαός γίνεται ένα μονόψυχο και μονοκέφαλο ζο, τεράστιο και γερό, όταν όλοι ενεργούν μ' ένα ψυχόρμητο σκοτεινό και βαρύ σαν ένστιχτο, όταν όλα τα στήθια σμίγουν σ' ένα μεγάλο στήθος, μεγάλο σαν κουπές εκκλησιάς, κι αυτό το στήθος ανεβοκατεβαίνει με τον ίδιον λαχανιασμένο ρυθμό, σαν ανασασμός του ωκεανού, τι να συνέβηκε άραγες μέσα στο τεράστιο τέρας;

Λέω να σταμάτησαν για μια στιγμή μέσα στα μυστηριακά λαγούμια της κυκλοφορίας του μια μακριά αράδα γέροι πατεράδες, προσπαπούδες και προγόνοι, που ζούσαν, αιώνες τώρα, με τη βυζαντινή παράδοση μέσα στο αίμα μας με τα χιλιόψυχα αιμοσφαίριά τους. Λέω να σταμάτησαν ξαφνιασμένοι μες στο αιώνιο περπάτημά τους. Απόρεσαν, που ακούσανε τούτη την πρωτάκουστη βλαστήμια, χτύπησαν τα δεκανίκια στις πλάκες και φωνάξανε με σουρωμένα τ' άσπρα τους φρύδια:

-Πώς; Κι η Μεγάλη Ιδέα; Κι ο Βασιλιάς που θα βγει από το ιερό να τελειώσει τη λειτουργιά του στην Αγιά Σοφιά; Κι ο ύμνος της «Υπερμάχου Στρατηγού»; Κι ο δικέφαλος πάνω στο σφραγίδι της βασιλόπιτας; Και το «Κωνσταντίνος έδωκε, Κωνσταντίνος θα λάβει»; Κι ο Αγαθάγγελος; Καταραμένοι! Καταραμένοι! Καταραμένοι!

Μα εμείς, μεθυσμένοι από τη δύναμη της τόλμης μας, συγκινημένοι βαθιά από την αδάμαστην αγάπη της Φυλής, έτοιμοι να πεθάνουμε όλοι μαζί αγκαλιασμένοι για την Ελλάδα, ξαναφωνάξαμε πάλι και πάλι, πολλές φορές, με πείσμα, με μανία, με λύσσα:

-Κάτω! Κάτω οι βασιλιάδες! Κάτω το σκυλολόγι!

Τα χείλη μας τρέμανε λιγάκι, μα οι φωνές μας καπάκιασαν την κατάρα των παπούληδων.

Είμαστε οι νέοι! Οι νέοι! Είμαστε οι λεύτεροι ανάμεσα σε λεύτερους. Το ελληνικό αίμα μας είναι πιο κόκκινο απ' όλες τις πορφύρες. Τα ωραία παραμύθια ήτανε καιρός να παραμερίσουν τους χρυσούς τους μανδύες και τα βαριά βελούδα για να περάσει η πραγματικότητα. Η «βασιλική πρόληψη», που έκλεισε με τ' αναιμικά της δάχτυλα τα μάτια ολωνώ των προγόνω μας απ' το Βυζάντιο κι εδώ, η «βασιλική πρόληψη» παραπετούσε ζαλισμένη γύρω μας, φτωχή σαστισμένη νυχτερίδα που 'χασε τα νερά της και δέρνεται μέσα στο φως. Παράδερνε στα ντουβάρια και στους στύλους των φαναριώ, σκουντουφλούσε στους κορμούς των δέντρων, πάνω στο μουράγιο, πάνω στα κατάρτια, άθλια, τυφλή, άσκημη.

Κι ο θρίαμβος ο γκρεμιστής, ο θρίαμβος της οργής μας, τήνε κυνήγησε ώρες αλύπητα, σαν παιδί με το σκουπόξυλο, την Ιδέα-Νυχτερίδα.

-Κάτω! Κάτω ο βασιλιάς! (Το βήτα μικρό-μικρό. Να, τόσο δα.)

Το βράδυ, σαν απομείναμε ολομόναχοι πλαγιασμένοι στο κρεβάτι, ξαναλέγαμε γενναία μες στο νου μας την τολμηρή φράση, έτσι για να συνηθίσουμε με δαύτη.

Κάτι τέτοιο συμβαίνει ίσως και σαν απομένεις να ξενυχτερέψεις έναν πεθαμένο. Ξέρεις πως δεν κουνιέται, πως δεν μπορεί να σου κάνει το παραμικρό κακό, μηδέ μπορεί να σου γνέψει, να, παίζοντας έτσι δα το ματόφυλλο. Είσαι βέβαιος πως τώρα πια είναι ένα πράμα σαν το τραπέζι, σαν την παντούφλα, σαν το μαξιλάρι που πατάς. Όμως ούτε να τον πατήσεις αποκοτάς, ούτε καν σου βαστά να τον κοιτάξεις πολλήν ώρα. Δεν μπορείς να συνηθίσεις με τη νέα κατάσταση. Και τρέμεις μέσα στα φυλλοκάρδια σου, και σου 'ρχεται να παρακαλέσεις τον πεθαμένο μην τύχει, ο μη γένοιτο, και του κατεβεί να σου κάνει κανένα χωρατό, λογουχάρη να σου βγάλει τη γλώσσα, γιατί μπορεί να κοκαλώσεις στον τόπο από την τρομάρα πριν προφτάσεις να το βάλεις στα πόδια.

Η λογική είναι το πιο αδύνατο μετερίζι μπροστά στις έξαλλες και ακατανίκητες ενέργειες της ψυχής και της φαντασίας.

Βιβλιογραφικά

Στράτης Μυριβήλης, Η ζωή εν τάφω. Το βιβλίο του πολέμου, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 1999, σ. 21-25.

Δείτε επίσης:

Μεταδεδομένα

< Εθνικός διχασμός > < Μεγάλη ιδέα > < Μυριβήλης >

Ιστορία

Γραπτές πηγές

  1. Ένας αιώνας Ελλάδα
  2. Ένας αιώνας Ελλάδα

    «Μεταξύ 1915 και 1917, στην καρδιά του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, επέρχεται ρήξη ανάμεσα στο γερμανόφιλο βασιλιά Κωνσταντίνο Α΄ και τον αγγλόφιλο πρωθυπουργό Βενιζέλο για τη θέση της Ελλάδας στο Μεγάλο Πόλεμο. Η χώρα γίνεται κυριολεκτικά δύο κομμάτια, με δύο κυβερνήσεις, δύο στρατούς και βαθιά ριζωμένο το μίσος. Βενιζέλος στη Θεσσαλονίκη (από το 1916, με την κυβέρνηση Εθνικής Αμύνης), Κωνσταντίνος στην Αθήνα. Πολιτική της Αντάντ (Entente) από τη μια, "ουδετερότητα" που όμως εξυπηρετεί τις κεντρικές αυτοκρατορίες από την άλλη. Δυνάμεις της Εγκάρδιας Συμμαχίας καταλαμβάνουν Κέρκυρα και Θεσσαλονίκη, καθώς η τελευταία κατέχει θέση-κλειδί στην αντεπίθεση κατά Βουλγαρίας-Γερμανίας. Πάλι δυνάμεις της Αντάντ προετοιμάζουν την επιστροφή του Βενιζέλου στην Αθήνα, το 1917. Ο Κωνσταντίνος, που είναι ανεπιθύμητος, ορίζει ως βασιλιά το γιο του Αλέξανδρο, φεύγει από τη χώρα και σώζει το θεσμό της βασιλείας. Είναι ο δραματικός Εθνικός Διχασμός. Το 1917, με το τέλος του, την επικράτηση Βενιζέλου και την επιστροφή του στην Αθήνα υπό την "ομπρέλα" των Αγγλογάλλων, η Ελλάδα προσχωρεί στην Αντάντ και συμμετέχει στο πλευρό της στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Μάχες διεξάγονται κυρίως στο βόρειο τμήμα της χώρας, με σημαντικότερη τη μάχη του Σκρα (1918). Στο τέλος του πολέμου, με τη Συνθήκη του Νεϊγύ (Παρίσι 1919), η Ελλάδα κερδίζει την ανατολική Μακεδονία και το 1920 τη δυτική Θράκη.»

  3. Ελλάς. Η σύγχρονη συνέχεια
  4. Ελλάς. Η σύγχρονη συνέχεια

    «Στον αυστρο-σερβικό πόλεμο η Ελλάδα τήρησε ευμενή ουδετερότητα προς τη Σερβία, κατά παράβαση της Ελληνο-σερβικής Συνθήκης του 1913, η οποία επέβαλλε στην Ελλάδα να προσφέρει την αμέριστη βοήθεια της στη Σερβία. Με γνώμονα της πολιτικής της την ισορροπία στην περιοχή και το εδαφικό καθεστώς που είχε προέλθει από τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου, η ελληνική κυβέρνηση έκρινε ότι η Ελλάδα θα εγκατέλειπε την ουδετερότητα και θα έσπευδε να βοηθήσει τη Σερβία σε περίπτωση που τη χώρα αυτή πρόσβαλλε στρατιωτικά η Βουλγαρία. Η γενίκευση όμως του ευρωπαϊκού πολέμου και η σύνδεση της πολεμικής εστίας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη με το πλέγμα συνασπισμών των μεγάλων δυνάμεων, την Τριπλή Συμμαχία (Γερμανία, Αυστρία και Ιταλία) και την Τριπλή Συνεννόηση (Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία), αχρήστευσαν τον γνώμονα αυτό της ελληνικής πολιτικής. Η Ελλάδα βρέθηκε εκ νέου απομονωμένη, καθώς η Σερβία πολεμούσε για την ίδια την ύπαρξή της, η Ρουμανία έπαιρνε αποστάσεις από τους πρώην συμμάχους της, η Τουρκία αναμενόταν να εγκαταλείψει την ουδετερότητα υπέρ της Τριπλής Συμμαχίας, και η Βουλγαρία δεν θα αργούσε να πράξει το ίδιο. Ο Βενιζέλος έκρινε πως η νέα κατάσταση επέβαλλε στην Ελλάδα να βρίσκεται σε επιφυλακή: Η χώρα θα παρέμενε ουδέτερη προσωρινά, εν αναμονή προτάσεων από την Τριπλή Συνεννόηση για έξοδο της από την ουδετερότητα στο πλευρό των δυνάμεων οι οποίες θεωρούσε ότι θα υπερίσχυαν στον πόλεμο, στο πλευρό της Αγγλίας και της Γαλλίας. Αντιθέτως, ο υπουργός των Εξωτερικών Γεώργιος Στρέιτ, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος και το Γενικό Επιτελείο έκριναν ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να τηρήσει "διαρκή ουδετερότητα", κατά τον Στρέιτ, επειδή εκτιμούσαν ότι η Γερμανία εν τέλει θα υπερίσχυε.»

  5. Ελλάς. Η σύγχρονη συνέχεια
  6. Ελλάς. Η σύγχρονη συνέχεια

    «Η θέση του Βενιζέλου ενισχύθηκε όταν, τον Οκτώβριο του 1914, η Οθωμανική Αυτοκρατορία κήρυξε τον πόλεμο κατά της Ρωσίας και προσχώρησε στον συνασπισμό των κεντροευρωπαϊκών δυνάμεων. Η εξέλιξη αυτή, αν και αναμενόμενη, προκάλεσε αλυσιδωτές αντιδράσεις και επηρέασε τη στρατηγική αξία των γειτονικών προς την Τουρκία χωρών. Αυξήθηκε η σημασία της Ελλάδας, αλλά αυξήθηκε και αυτή της Βουλγαρίας, αυξήθηκαν δε αντίστοιχα και οι πιέσεις και οι προσφορές των δύο συνασπισμών να ακολουθήσουν πολιτική που συνέφερε τον έναν ή τον άλλο συνασπισμό. Η προσχώρηση της Τουρκίας στην Τριπλή Συμμαχία ώθησε τη μεν Βουλγαρία προς την ίδια κατεύθυνση, τη δε Ελλάδα προς την αντίθετη, προς τη Συνεννόηση. Με την Τουρκία στο στρατόπεδο των αντιπάλων της Συνεννόησης και τη Βουλγαρία ωθούμενη, από τη θέση της, προς το ίδιο στρατόπεδο, η ουδετερότητα της Ελλάδας έθετε σε κίνδυνο πλέον την εδαφική ακεραιότητα της χώρας, οποιαδήποτε και αν ήταν η έκβαση του πολέμου.

    Η ουδετερότητα της Ελλάδας έγινε ακόμα πιο επικίνδυνη για τη χώρα όταν τον Φεβρουάριο του 1915 η αγγλική κυβέρνηση, εν όψει της επιχείρησης κατά των Στενών που προετοίμαζε, πρότεινε στην Ελλάδα να συμμετάσχει με αντάλλαγμα "σπουδαίες" εδαφικές παραχωρήσεις στα παράλια της Μικράς Ασίας. Η προσφορά ήταν άκρως δελεαστική για την ελληνική κυβέρνηση. Η αγγλική πρόταση αποτελούσε συνάμα προειδοποίηση προς την Ελλάδα ότι η Αγγλία δεν θα ανεχόταν την Ελλάδα ουδέτερη από τη στιγμή που έθετε σε εφαρμογή την επιχείρηση για την εκπόρθηση των Στενών.»

  7. Εσωτερική Πολιτική
  8. Εσωτερική Πολιτική

    «Μετά την κατάρρευση της Σερβίας, οι Γάλλοι κατέλαβαν την Κέρκυρα τον Ιανουάριο του 1916, δίχως την άδεια της κυβέρνησης, ενώ ο σέρβικος στρατός μετακινήθηκε στη Μακεδονία. Οι γερμανικές και βουλγάρικες δυνάμεις εισέβαλαν στη Μακεδονία και κατέλαβαν το οχυρό Ρούπελ χωρίς ελληνική αντίσταση. Κατόπιν η Αντάντ προχώρησε σε μερικό θαλάσσιο αποκλεισμό της χώρας, το Μάιο κατέλαβε τη Θάσο και τον Ιούνιο απηύθυνε διακοίνωση στη νέα κυβέρνηση Ζαΐμη για άρση της επιστράτευσης, η οποία και έγινε αποδεκτή. […] Τον Αύγουστο, οι Βούλγαροι κατέλαβαν την Ανατολική και μέρος της Δυτικής Μακεδονίας και άρχισαν τις ανθελληνικές διώξεις, ενώ οι Ιταλοί κατέλαβαν τη Βόρεια Ήπειρο. Τον ίδιο μήνα, βενιζελικοί αξιωματικοί προχώρησαν στο πραξικόπημα της "Εθνικής Άμυνας" στη Θεσσαλονίκη, με στόχο τη διενέργεια στρατολόγησης για τη συμμετοχή της Ελλάδας στον πόλεμο, μαζί με την Αντάντ.> το Σεπτέμβριο, ο Ελ. Βενιζέλος πήγε στη Θεσσαλονίκη και ανέλαβε την ηγεσία του κινήματος, μεταφέροντας εκεί και την έδρα της προσωρινής κυβέρνησης που είχε συ­στήσει στα Χανιά.

    […] Το Νοέμβριο, ο αρχηγός του γαλλικού στόλου ναύαρχος Φουρνιέ απαίτησε την παράδοση αντιτορπιλικών, πολεμικού υλικού και του λιμανιού του Πειραιά στην Αντάντ. Η κυβέρνηση αρνήθηκε και οι δυνάμεις του Φουρνιέ κατέλαβαν τον Πειραιά, ενώ αγήματά τους εισέβαλαν στην Αθήνα, όπου διεξήχθησαν εχθροπραξίες με ένοπλους πολίτες που ανήκαν στους φιλοβασιλικούς συνδέσμους των "Επιστράτων". Όταν μετά από δύο μέρες οι γαλλικές δυνάμεις αποχώρησαν, οι Επίστρατοι εξαπέλυσαν διωγμούς κατά των βενιζελικών πολιτών της πρωτεύουσας, με αποτέλεσμα πολλές δολοφονίες, λεη­λασίες και εξορίες. Από τον αντιβενιζελικό όχλο προπηλακίστηκε και ο βενιζελικός δήμαρχος της πόλης Εμμανουήλ Μπενάκης. Ακολούθησε ο ολοσχερής αποκλεισμός της Παλαιάς Ελλάδας από την Αντάντ, ενώ το Δεκέμβριο ο αρχιεπίσκοπος Ελλάδας αναθεμάτισε τον Ελ. Βενιζέλο στο Πεδίο του Άρεως, με την παρουσία φανατισμένου αντιβενιζελικού πλήθους.»

  9. Ο Εθνικός Διχασμός
  10. Ο Εθνικός Διχασμός

    «Το δίλημμα τέθηκε από τις παραμονές κιόλας του πολέμου. Οι επιθετικές προθέσεις της Αυστρουγγαρίας σε βάρος της Σερβίας προβλημάτισαν έντονα τους ιθύνοντες στην Αθήνα.

    Η γενική εντύπωση συνηγορούσε υπέρ της αποφυγής μιας ενεργούς ανάμιξης σε περίπτωση ένοπλης αυστροσερβικής αντιπαράθεσης, όμως κάτι τέτοιο θα αποτελούσε παραβίαση της ελληνοσερβικής συνθήκης συμμαχίας του 1913, που προέβλεπε αμοιβαία στρατιωτική υποστήριξη, σε περίπτωση επίθεσης από τρίτο. Μια επίδειξη μετριοπάθειας εθεωρείτο, ωστόσο, επιβεβλημένη, προκειμένου να αξιολογηθούν οι εξελίξεις και να διαμορφωθούν προϋποθέσεις ευνοϊκές για μια παρέμβαση στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ.

    Το πρόβλημα για την Ελλάδα ήταν ότι κανένας από δύο συνασπισμούς δεν επεδίωκε, για την ώρα, τη συμμαχία της. Για τα κράτη της Αντάντ, ένας προσεταιρισμός αυτού του είδους σήμαινε, αυτόματα, προσχώρηση της Βουλγαρίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στο αντίπαλο στρατόπεδο. Μια ελληνική συμμετοχή εθεωρείτο ασύμφορη, όσο τα δύο παραπάνω κράτη παρέμεναν αναποφάσιστα. Προκειμένου δε η πλάστιγγα να κλίνει προς δικό τους όφελος, οι Σύμμαχοι ήταν διατεθειμένοι να προβούν σε παραχωρήσεις ακόμα και σε βάρος της ελληνικής εδαφικής ακεραιότητας, κάτι που θορύβησε ιδιαίτερα τον Βενιζέλο.

    Στις Κεντρικές Αυτοκρατορίες, αφετέρου, αρκούσε μια ελληνική ουδετερότητα, που σήμαινε την αποδέσμευση της Βουλγαρίας από την ελληνική απειλή και την ταχύτερη παρέμβασή της στον πόλεμο κατά της Αντάντ. Η Γερμανία πίεζε, μάλιστα, την Ελλάδα να καταγγείλει μονομερώς την ελληνοσερβική συνθήκη συμμαχίας. Ο Βενιζέλος αρνήθηκε κατηγορηματικά, ενώ ο Κωνσταντίνος και ο υπουργός Εξωτερικών Γεώργιος Στρέιτ εμφανίστηκαν πιο διαλλακτικοί.»

  11. Οι πολιτικές εξελίξεις. Από το Γουδί ως τη Μικρασιατική Καταστροφή
  12. Οι πολιτικές εξελίξεις. Από το Γουδί ως τη Μικρασιατική Καταστροφή

    «Εγκαταλείποντας πλέον την κατ' επίφαση νομιμότητα, στις 12 Σεπτεμβρίου 1916 ο Βενιζέλος (με εκατοντάδα συνεργατών) έφυγε από την Αθήνα για τα Χανιά. Την επομένη έγινε εκεί ένοπλο συλλαλητήριο, στο οποίο συγκροτήθηκε η "Προσωρινή Κυβέρνηση του Βασιλείου της Ελλάδος" με μέλη τον Βενιζέλο και τον ναύαρχο Π. Κουντουριώτη. Η "τριανδρία" συμπληρώθηκε αργότερα με το στρατηγό Π. Δαγκλή. Η πρώτη προκήρυξη της Προσωρινής Κυβέρνησης προσδιόριζε με σαφήνεια τη νομιμοποιητική βάση του επαναστατικού κινήματος: "Αφού το Κράτος προέδωκε τα καθήκοντά του, υπολείπεται εις το Έθνος να επιχείρηση όπως επιτυχή το έργον, όπερ επεβάλλετο εις το Κράτος". Ορίστηκε έτσι ο Εθνικός Διχασμός ως αντιπαράθεση ανάμεσα στο "Κράτος" του Κωνσταντίνου και το "Έθνος" ως ευρύτερο σύνολο. Κατά βάθος επρόκειτο για σύγκρουση ανάμεσα στην πλειοψηφία της Παλαιάς Ελλάδας (σε συμμαχία με τις αλλοεθνείς μειονότητες των Νέων Χωρών) και την πλειοψηφία των αλύτρωτων και των (μέχρι χθες αλύτρωτων) Ελλήνων των Νέων Χωρών καθώς και εκείνων των παροικιών. Γεωγραφικά, ο Διχασμός αποτυπώθηκε με την κρατική διάσπαση σε "κράτος των Αθηνών" και "κράτος της Θεσσαλονίκης".»

  13. Εφημερίς της Προσωρινής Κυβερνήσεως του Βασιλείου της Ελλάδος
  14. Εφημερίς της Προσωρινής Κυβερνήσεως του Βασιλείου της Ελλάδος

    «Ο Κρητικός λαός συνελθών σήμερον 13 Σεπτεμβρίου 1916 εις ένοπλον συλλαλητήριον, εν Χανίοις, ίνα διασκεφθή περί της κινδυνευούσης Πατρίδος και λαβών υπ' όψει:

    Ότι η μέχρι σήμερον ασκηθείσα πολιτική, παρά την εκπεφρασμένην γνώμην του Ελληνικού Λαού και τα Συνταγματικά του δικαιώματα, απομακρύνουσα το Έθνος από το πλευρόν των ευεργετίδων Δυνάμεων, δεν ανταποκρίνεται ούτε προς τας παραδόσεις, ούτε προς το φρόνημα αυτού.

    Ότι αντιστρατεύεται προς τα πραγματικά εθνικά συμφέροντα ευρισκόμενα εις άκραν αντίθεσιν προς τα συμφέροντα των πατροπαράδοτων αυτού εχθρών.

    Ότι η ιδία αυτή πολιτική υπεβίβασε το Κράτος από της περιωπής εις ην είχεν αναβιβασθή δια των δύο νικηφόρων πολέμων, εις την σημερινήν αυτού αθλιότητα και ότι μέγιστον μέρος της Ελληνικής Μακεδονίας κατέχεται υπό Βουλγάρων, μέγιστον δε κίνδυνον διατρέχει η όλη Ελληνική φυλή.

    Αναλαμβάνει και πάλιν εις χείρας του τον ιερόν αγώνα της σωτηρίας, και προς τον σκοπόν τούτον

    Ψηφίζει

    Συγκροτεί προσωρινήν Κυβέρνησιν εκ των Ελευθερίου Βενιζέλου και Παύλου Κουντουριώτου, αντιναυάρχου του Ελληνικού Στόλου, ους εξουσιοδοτεί να προσλάβωσι και τρίτον μέλος αυτής, και αναθέτει εις την Κυβέρνησιν ταύτην όπως επιδίωξη την σωτηρίαν του Έθνους παρά το πλευρόν Συμμάχων Δυνάμεων.»

    Εφημερίς της Προσωρινής Κυβερνήσεως του Βασιλείου της Ελλάδος, αριθ.1.

  15. Μελέτες και κείμενα για την περίοδο 1909-1940
  16. Μελέτες και κείμενα για την περίοδο 1909-1940

    «Τα τραγικά γεγονότα των Αθηνών, όπου τόσοι εκ των συναγωνιστών μας εύρον μαρτυρικόν θάνατον και εδιώχθησαν σκληρώς, εδημιούργησαν μεταξύ του αιμοσταγούς βασιλέως και του έθνους χάσμα του λοιπού αγεφύρωτον.

    Όπως επιβάλη την τυραννίδα του δεν εδίστασε να θυσιάση τα υπέρτατα συμφέροντα του Ελληνισμού εις τους εθνικούς ανταπαιτητάς μας, με την πρόθεσιν να βοηθήση την γερμανικήν νίκην, εφ' ης και μόνης ηδύνατο να εδραιώση την ελέω θεού βασιλείαν του. Και όπως εμποδίση τον ταχύτερον εξοπλισμόν εκείνων εκ των πατριωτών, όσοι συνετάχθησαν μετά των πατροπαραδότων φίλων και προστατίδων Δυνάμεων κατά των κοινών εχθρών, δεν εδίστασε να στρέψη τα ελληνικά όπλα κατά των στρατιωτών των οποίων οι πατέρες έχυσαν το αίμα των υπέρ της ελληνικής ανεξαρτησίας. Επωφελούμενος δε της ευκαιρίας εξαπέλυσε τον βασιλικόν του στρατόν εις σφαγήν εκείνων, οίτινες διετήρησαν άκαμπτον μέχρι τέλους το εθνικόν φρόνημα. Από της στιγμής αυτής ο βασιλεύς Κωνσταντίνος είναι έκπτωτος του θρόνου του. Δεν αμφιβάλλομεν ότι ο λαός πανδήμως συνερχόμενος θα επιδοκιμάση την έκπτωσιν ταύτην, ήτις αφορά προσωπικώς τον τύραννον βασιλέα και όχι την δυναστείαν.

    Η προσωρινή κυβέρνησις

    Βενιζέλος, Κουντουριώτης, Δαγκλής.»

  17. Μελέτες και κείμενα για την περίοδο 1909-1940
  18. Μελέτες και κείμενα για την περίοδο 1909-1940

    «Χθες το απόγευμα εις το ναόν του Αγίου Διονυσίου ετελέσθη δέησις υπέρ του βασιλέως, προσελθόντων πάντων των ενοριτών. Εν μέσω νεκρικής σιγής και κατανύξεως γονυπετείς όλοι μετά του ιερέως εδεήθησαν υπέρ της σωτηρίας του Βασιλέως και της κατασυντριβής των απαισίων προδοτών και εχθρών της πατρίδος, βροντοφωνούντος του εμπνευσμένου ιερέως Παπαφώτη "Ζήτω ο βασιλεύς και αιώνιον ανάθεμα εις τους προδότας". Μετά την δέησιν, ο κ. Δούφας, παρευρισκόμενος εις τον ναόν, ωμίλησε περί της θεόθεν αποστολής του Βασιλέως μας και της αθανάτου Ελληνικής φυλής, συστήσας πίστιν και αφοσίωσιν εις τον Άνακτα και τον στρατόν του, καθώς και ψυχραιμία και αντοχήν εις την κρίσιμην ταύτην περίοδον του εθνικού μας βίου.»

  19. Διχασμός
  20. Διχασμός

    «Στις 12 Δεκεμβρίου 1916, ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών Θεόκλητος κήρυξε το "Ανάθεμα" κατά του Βενιζέλου. Η εντολοδόχος επιτροπή του Πανελληνίου Συνδέσμου των Συντεχνιών δημοσίευσε σε αθηναϊκές εφημερίδες προκήρυξη, σύμφωνα με την οποία καλούσε τον ελληνικό λαό στις 3 μ.μ. στο Πεδίο του Άρεως "όπως αναθεματίση τον τρισκατάρατον προδότην Βενιζέλον". Και συνέχιζε η προκήρυξη: "όλοι ανεξαιρέτως, νέοι, γέροντες, άνδρες, γυναίκες και παιδιά ρίψατε ανά ένα λίθον αναθέματος κατά του μυσαρού προδότου και δολοφόνου της Πατρίδος και του Βασιλέως μας". Στη συγκέντρωση προσήλθε και ο ίδιος ο Θεόκλητος με μέλη της Ιεράς Συνόδου για να ρίξουν τον λίθο του αναθέματος στον σωρό από πέτρες που είχε σχηματιστεί. Το αντιβενιζελικό πάθος απέκτησε έτσι και υπερβατικό χαρακτήρα.

    "Θυμάμαι τ' απομεσήμερο που είδα από το παράθυρο της οδού Μπουμπουλίνας το ελεεινό θέαμα του όχλου με δεσποτάδες και παπάδες που κουβαλούσαν πέτρες για το ανάθεμα του Βενιζέλου. την αηδία που με έπνιγε μπροστά στο φριχτό μνημείο με τα κερατοφόρα καύκαλα από τραγιά στην κορυφή του", έγραφε αργότερα ο Γ. Σεφέρης.

    Το "ανάθεμα" κατά του Βενιζέλου επαναλήφθηκε μετά την Αθήνα και σε πολλές περιοχές της επαρχίας.

    Στη βάση του "αναθέματος" τοποθετούσαν μία καλά λαξευμένη πέτρα με χαραγμένο το όνομα του δήμου ή της κοινότητας. Πολλές από τις πέτρες αυτές έχουν διασωθεί και βρίσκονται σήμερα στο Ίδρυμα Ερευνών και Μελετών "Έλευθέριος Κ. Βενιζέλος" στα Χανιά.»

Οπτικό υλικό

  1. Πρωτοσέλιδο της εφημερίδας New York Times: Mid-week pictorial
  2. Οπαδοί του Βενιζέλου
  3. Οπαδοί του βασιλιά
  4. Λαϊκή αφίσα της Πατριωτικής Ένωσης
  5. Παράδοση της σημαίας στον Ν. Χριστοδούλου
  6. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος και ο Παύλος Κουντουριώτης
  7. Η κυβέρνηση της Εθνικής Άμυνας στη Θεσσαλονίκη
  8. Υπαίθριος στρατωνισμός των σωμάτων κατοχής των Συμμαχικών Δυνάμεων

Ακουστικό υλικό

  1. Της Αμύνης τα παιδιά

Οπτικοακουστικό υλικό

  1. Η Ελλάδα το 1914
  2. Φιλογερμανική ουδετερότητα
  3. Ο Βενιζέλος με την Αντάντ
  4. Απόβαση της Αντάντ στη Θεσσαλονίκη
  5. Εθνοσωτήρια σωματεία επίστρατων
  6. Εθνική Άμυνα
  7. Τα Νοεμβριανά
  8. Η κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης
  9. Διχασμός και στο θέατρο