Λήξη πολέμου

Λογοτεχνία

▲▲▲

Σημείωση: Ο Μηνάς Παπαθανάσης, κεντρικός ήρωας της Πολιορκίας, συνεργάζεται με τους Γερμανούς εναντίον ελλήνων αριστερών.

Πολιορκία

(απόσπασμα)


Πιάσανε τα σταυροδρόμια κι ερευνούσανε τους περαστικούς. Ξετάζανε τα χαρτιά και σε κεινούς που από την τρομάρα αποδείχνονταν ύποπτοι, τους γυρνούσανε τις τσέπες ανάποδα και τους ψάχνανε ως τις φόδρες. Με την ιστορία τούτη ούτε το καλονιώσαν πότε έφτασε μεσημέρι. Δυο ενόχους που βρήκανε τους βαστάξανε και τους παραδώκανε στο απόσπασμα, που κατέβηκε στη συνοικία σταλμένο από τον κ. Διευθυντή.

Με τ' απόσπασμα ανταμώσανε στην πλατεία της εκκλησιάς. Ήτανε πολυάριθμο, χωροφύλακες μαζί και τσολιάδες - σωστή εκστρατεία. Είχανε μπλοκάρει όλους τους δρόμους και τα σοκάκια. Στην αρχή, καθώς ξεμπουκάρανε με αλαλαγμούς πιστολίζοντας στον αέρα, νόμισε ο κόσμος πως φτάσανε Γερμανοί να μαζέψουν ομήρους. Γίνηκε θρήνος και οδυρμός. Λιγοθυμήσανε κιόλας μανάδες, σκληρίζανε. Έπειτα οι ευζώνοι αρχίσανε συστηματική έρευνα μες στα σπίτια, τους καφενέδες, τις μάντρες. Όσους ξεχωρίζανε υπόπτους τους φορτώνανε με κλωτσιές στα καμιόνια. Μάλιστα, πετύχανε και κάτι πολύ σπουδαίο. Σ' ένα βαθύ υπόγειο ξεθάψανε μια καταπαχτή, με πολύγραφο μέσα, χαρτιά και χειροβομβίδες. Τα νωπά μελάνια μαρτυρούσανε πως ό,τι θα 'χε σταματήσει το ανόσιο έργο. Τους δυο αρσενικούς του σπιτιού, πατέρα και γιο, τους ανεβάσανε στην αυλή και τους ντουφεκίσανε μπροστά στο πηγάδι. Τις γυναίκες τις τραβήξαν απάνω. Απόμεινε έρημο ένα μωρό, που κλαψούριζε λησμονημένο στο πάτωμα. Το περιμαζέψαν οι πονετικές γυναικούλες της γειτονιάς.

Όταν τους συνάντησε ο Παπαθανάσης συμπληρώνανε πια την αποστολή τους. Όλοι τον τριγυρίσαν τότε και τον τραβολογούσαν για μια θερμή χειραψία. Φραγμό δε βάζανε στις εκρήξεις του θαυμασμού. Τ' όνομά του είχε γίνει θρύλος σε φίλους και σε πολέμιους. Αυτές οι απανωτές απόπειρες, η μάνιτα των εχθρών, κι απ' την άλλη το ακατάλυτο σθένος του, ηλεκτρίζαν τη φαντασία. Τα χτεσινοβράδινα, είχανε αναρριπίσει σ' ολωνών τις καρδιές αντραγαθήματα, ηρωικές παραδόσεις κλπ., κλπ… Όλα τούτα τα θυμιατίσματα τού φουσκώσανε τη δυσφορία περσότερο. Αλίμονο, είχε πια περάσει ανεπίστρεπτα ο καιρός που η αναγνώριση της αξίας του αποτελούσε θεάρεστο κεφάλαιο μέσα στη φυσική τάξη του κόσμου. Του χτυπούσε τώρα σα να γυρεύαν με το θαυμασμό τους να τόνε μπολιάσουν κουράγιο, κι ακόμα, σα να ξοφλούσαν έτσι τα χρωστούμενα απέναντί του. Κι αυτό, από κάποιο κύκλο ασφαλισμένο, ένα ύψος απρόσβλητο, απ' όπου σκύφτανε συγκαταβατικά όλοι ετούτοι «στον ταλαίπωρο αδερφό», που τραβάει τη μπόρα. Η συμπαράστασή τους ήτανε στο βάθος υποκρισία, στάχτη στα μάτια, να τον καλοπιάσουνε πάλι, μήπως βαρεθεί να τους παρασταίνει το φρούριο - σαν κορόιδο.

Αλλά σαν άκουσε για την ανακάλυψη της καταπαχτής τον χτύπησε αστροπελέκι. Λειτουργούσανε τέτοια καταχθόνια μες στα ρουθούνια του, κι αυτός μήτε στ' όνειρό του δεν το λογάριαζε! Τον ένα μάλιστα από τους ντουφεκισμένους τον γνώριζε. Τώρα τελευταία είχανε τσουγκρίσει τα ποτήρια στου Μπίσμπα. Και του 'κανε τον οπαδό και το φίλο, η όχεντρα!

—Δεν πρέπει να 'χεις σε κανένα εμπιστοσύνη πια σήμερα, ξομολογήθηκε στον επικεφαλής ταγματάρχη που έστεκε πλάι του.

Ο ταγματάρχης έκανε τα δάχτυλά του να τρίζουν, δάγκωνε και τα χείλια του νευρικά. Τον τράβηξε παράμερα τέλος και του σφύριξε κατάχλωμος το συνταραχτικό νέο:

—Μας αποκήρυξε η Κυβέρνηση. Οι μπολσεβίκοι δεχτήκαν τα υπουργεία και υπογράψανε από κοινού διάγγελμα εναντίον μας. Εθνική ενότητα με τις προφυλακές των Βουλγάρων! Το μήνυσε σήμερα το πρωί το ραδιόφωνο από το Κάιρο. Πρέπει, λέει, αμέσως να εγκαταλείψουμε τις θέσεις μας και να πετάξουμε ασυζητητί τα όπλα. Αλλιώτικα, θα θεωρηθούμε συνεργάτες των Γερμανών. Δηλαδή, με τα χέρια γυμνά, να παραδοθούμε στο έλεος του όχλου! Στο Θεό σου, αν έχουν κεφάλι! Το φαντάστηκες ποτές σου, να πούμε, εμείς οι δυο… εσύ, να πέσεις στην αγκαλιά εκεινού που σου 'βαλε χτες μπουρλότο! Αφού, μωρέ μάνα μου, το 'χει ορκιστεί να σε ξεπαστρέψει ο Ηρώδης! Δε μελετούν το «Κεφάλαιο»; Ώστε για να σου πριονίσει με το πάσο του το λαρύγγι… Αλλιώτικα θα μας περάσουν, λέει, στρατοδικείο. Γιατί κάναμε το καθήκον μας… Πάει καλά. Αν θα βρούνε τίποτα από τη σκόνη μας να δικάσουν.

—Τι λες! Τι λες! Εγώ σκοπεύω να φτάσω συνταγματάρχης και ν' αποστρατευτώ, πετάχτηκε απροσκάλεστος ένας μοίραρχος κοντοπάχουλος με ξέχειλο προγούλι. Του 'πιασε και κείνος το χέρι και το 'σφιξε με συγκίνηση. -Ναι, ναι, ναι! Τον είχανε τυπωμένο στις από μέσα πτυχές της καλής καρδιάς τους, σαν άγια εικόνα, σα θαυματουργό εικονισματάκι.

Ο ταγματάρχης έκοβε στροφές στα τακούνια του.

—Ο βασιλιάς είναι βλάκας, μουρμούριζε ολοένα. Ο καινούργιος όμως συνομιλητής δεν έχει την ίδια γνώμη.

—Ω, μα τι φταίει! Τι φταίει! Η αιωνία γηραιά Αλβιών. Τα παιχνίδια της αλεπούς. Ναι, αλλά εμάς μας πουλήσαν πάλι και το κεφαλάκι μας τα πληρώνει. Αμάν, πότε θα βάνουμε μυαλό εμείς οι Ρωμιοί, να σκεφτούμε κάποτε και λίγο ρωμαίικα.

Βιβλιογραφικά

Αλέξανδρος Κοτζιάς, Πολιορκία, Κέδρος, Αθήνα 1986, σ. 182-184.

Μεταδεδομένα

< Σοσιαλισμός-Κομμουνισμός > < Λήξη πολέμου >

▲▲▲

Τελευταίος σταθμός


Λίγες οι νύχτες με φεγγάρι που μ' αρέσαν.
Τ' αλφαβητάρι των άστρων που συλλαβίζεις
όπως το φέρει ο κόπος της τελειωμένης μέρας
και βγάζεις άλλα νοήματα κι άλλες ελπίδες,
πιο καθαρά μπορείς να το διαβάσεις.
Τώρα που κάθομαι άνεργος και λογαριάζω
λίγα φεγγάρια απόμειναν στη μνήμη.
νησιά, χρώμα θλιμμένης Παναγίας, αργά στη χάση
ή φεγγαρόφωτα σε πολιτείες του βοριά ρίχνοντας κάποτε
σε ταραγμένους δρόμους ποταμούς και μέλη ανθρώπων
βαριά μια νάρκη.
Κι όμως χτες βράδυ εδώ, σε τούτη τη στερνή μας σκάλα
όπου προσμένουμε την ώρα της επιστροφής μας να χαράξει
σαν ένα χρέος παλιό, μονέδα που έμεινε για χρόνια
στην κάσα ενός φιλάργυρου, και τέλος
ήρθε η στιγμή της πλερωμής κι ακούγονται
νομίσματα να πέφτουν πάνω στο τραπέζι.
σε τούτο το τυρρηνικό χωριό, πίσω από τη θάλασσα του Σαλέρνο
πίσω από τα λιμάνια του γυρισμού, στην άκρη
μιας φθινοπωρινής μπόρας, το φεγγάρι
ξεπέρασε τα σύννεφα, και γίναν
τα σπίτια στην αντίπερα πλαγιά από σμάλτο.
Σιωπές αγαπημένες της σελήνης.

Είναι κι αυτός ένας ειρμός της σκέψης, ένας τρόπος
ν' αρχίσεις να μιλάς για πράγματα που ομολογείς
δύσκολα, σε ώρες όπου δε βαστάς, σε φίλο
που ξέφυγε κρυφά και φέρνει
μαντάτα από το σπίτι κι από τους συντρόφους,
και βιάζεσαι ν' ανοίξεις την καρδιά σου
μη σε προλάβει η ξενιτιά και τον αλλάξει.
Ερχόμαστε απ' την Αραπιά, την Αίγυπτο την Παλαιστίνη τη Συρία.
το κρατίδιο
της Κομμαγηνής που 'σβησε σαν το μικρό λυχνάρι
πολλές φορές γυρίζει στο μυαλό μας,
και πολιτείες μεγάλες που έζησαν χιλιάδες χρόνια
κι έπειτα απόμειναν τόπος βοσκής για τις γκαμούζες
χωράφια για ζαχαροκάλαμα και καλαμπόκια.
Ερχόμαστε απ' την άμμο της έρημος απ' τις θάλασσες του Πρωτέα,
ψυχές μαραγκιασμένες από δημόσιες αμαρτίες,
καθένας κι ένα αξίωμα σαν το πουλί μες στο κλουβί του.
Το βροχερό φθινόπωρο σ' αυτή τη γούβα
κακοφορμίζει την πληγή του καθενός μας
ή αυτό που θα 'λεγες αλλιώς, νέμεση μοίρα
ή μοναχά κακές συνήθειες, δόλο και απάτη,
ή ακόμη ιδιοτέλεια να καρπωθείς το αίμα των άλλων.
Εύκολα τρίβεται ο άνθρωπος μες στους πολέμους.
ο άνθρωπος είναι μαλακός, ένα δεμάτι χόρτο·
χείλια και δάχτυλα που λαχταρούν ένα άσπρο στήθος
μάτια που μισοκλείνουν στο λαμπύρισμα της μέρας
και πόδια που θα τρέχανε, κι ας είναι τόσο κουρασμένα,
στο παραμικρό σφύριγμα του κέρδους.
Ο άνθρωπος είναι μαλακός και διψασμένος σαν το χόρτο,
άπληστος σαν το χόρτο, ρίζες τα νεύρα του κι απλώνουν.
σαν έρθει ο θέρος
προτιμά να σφυρίξουν τα δρεπάνια στ' άλλο χωράφι.
σαν έρθει ο θέρος
άλλοι φωνάζουνε για να ξορκίσουν το δαιμονικό
άλλοι μπερδεύουνται μες στ' αγαθά τους, άλλοι ρητορεύουν.
Αλλά τα ξόρκια τ' αγαθά τις ρητορείες,
σαν είναι οι ζωντανοί μακριά, τί θα τα κάνεις;
Μήπως ο άνθρωπος είναι άλλο πράγμα;
Μην είναι αυτό που μεταδίνει τη ζωή;
Καιρός του σπείρειν, καιρός του θερίζειν.

Πάλι τα ίδια και τα ίδια, θα μου πεις, φίλε.
Όμως τη σκέψη του πρόσφυγα τη σκέψη του αιχμάλωτου τη σκέψη
του ανθρώπου σαν κατάντησε κι αυτός πραμάτεια
δοκίμασε να την αλλάξεις, δεν μπορείς.
Ίσως και να 'θελε να μείνει βασιλιάς ανθρωποφάγων
ξοδεύοντας δυνάμεις που κανείς δεν αγοράζει,
να σεργιανά μέσα σε κάμπους αγαπάνθων
ν' ακούει τα τουμπελέκια κάτω απ' το δέντρο του μπαμπού,
καθώς χορεύουν οι αυλικοί με τερατώδεις προσωπίδες.
Όμως ο τόπος που τον πελεκούν και που τον καίνε σαν το πεύκο, και τον βλέπεις
είτε στο σκοτεινό βαγόνι, χωρίς νερό, σπασμένα τζάμια, νύχτες και νύχτες
είτε στο πυρωμένο πλοίο που θα βουλιάξει καθώς το δείχνουν οι στατιστικές,
ετούτα ρίζωσαν μες στο μυαλό και δεν αλλάζουν
ετούτα φύτεψαν εικόνες ίδιες με τα δέντρα εκείνα
που ρίχνουν τα κλωνάρια τους μες στα παρθένα δάση
κι αυτά καρφώνουνται στο χώμα και ξαναφυτρώνουν.
ρίχνουν κλωνάρια και ξαναφυτρώνουν δρασκελώντας
λεύγες και λεύγες.
ένα παρθένο δάσος σκοτωμένων φίλων το μυαλό μας.
Κι α σου μιλώ με παραμύθια και παραβολές
είναι γιατί τ' ακούς γλυκότερα, κι η φρίκη
δεν κουβεντιάζεται γιατί είναι ζωντανή
γιατί είναι αμίλητη και προχωράει.
στάζει τη μέρα, στάζει στον ύπνο
μνησιπήμων πόνος.

Να μιλήσω για ήρωες να μιλήσω για ήρωες: ο Μιχάλης
που έφυγε μ' ανοιχτές πληγές απ' το νοσοκομείο
ίσως μιλούσε για ήρωες όταν, τη νύχτα εκείνη
που έσερνε το ποδάρι του μες στη συσκοτισμένη πολιτεία,
ούρλιαζε ψηλαφώντας τον πόνο μας· «Στα σκοτεινά
πηγαίνουμε, στα σκοτεινά προχωρούμε…»
Οι ήρωες προχωρούν στα σκοτεινά.

Λίγες οι νύχτες με φεγγάρι που μ' αρέσουν.

Cava dei Tirreni, 5 Οκτωβρίου '44

Βιβλιογραφικά

Γιώργος Σεφέρης, «Τελευταίος σταθμός», Ποιήματα, Ίκαρος, Αθήνα 1998, σ. 212-215.

Μεταδεδομένα

< Σεφέρης > < Ποίηση > < Λήξη πολέμου >

Ο μεγάλος περίπατος του Πέτρου

(απόσπασμα)


12 Οκτωβρίου 1944. Αν ήταν τώρα ο Θόδωρος, θα μπορούσε ο Πέτρος να γράψει στη ράχη του αυτή την ημερομηνία. Οι χελώνες ζούνε κι εκατό, κι έτσι για έναν αιώνα τουλάχιστο θα 'ξερε όλος ο κόσμος, πως μια τέτοια ημέρα ελευθερώθηκε η Ελλάδα, απ' άκρη σε άκρη…

Η Δροσούλα θα 'γραφε τώρα σ' ένα μεγάλο πανώ με πράσινη μπογιά που δεν ξεβάφει τη λέξη λευτεριά. Της άρεσε αυτή η λέξη και θα την έγραφε μόνη της. Αν ήτανε ο Σωτήρης, θα σφύριζε τώρα του Πέτρου, θα κατρακυλούσαν τις σκάλες και θα βγαίνανε οι δυο τους στους δρόμους της Λεύτερης Αθήνας.

Φύγανε οι Γερμανοί! Μάλλον τους διώξανε, πολεμώντας τους σκαλί το σκαλί, πόρτα την πόρτα. Οι καμπάνες χτυπούν! Από το ξημέρωμα άνοιξαν όλα τα παραθυρόφυλλα κι απλώθηκαν στα παράθυρα και τα μπαλκόνια σημαίες. Η μαμά κι ο Γκαριμπάλντι φτιάχνουν στα πρόχειρα μια σημαία από ένα σεντόνι και γαλάζια κουρέλια. Η Ρίτα βγήκε από τον κρυψώνα της κι ήρθε, μόλις έφεξε, στην Αντιγόνη. Τώρα πια δεν έχει κανέναν άλλον, έξω από τη φίλη της, ίσως και το θείο Άγγελο… Όταν αποφασίσει να κάνει απόβαση, να «ελευθερώσει» την ελεύθερη πια Ελλάδα. «Εγγλέζο ντεν έρτει». Καλά το 'λεγε ο Γκαριμπάλντι. Όπου να 'ναι θα φανεί κι ο Γιάννης! Μια γυναίκα φώναζε στο δρόμο πως άνοιξαν οι φυλακές.

—Θα του το πεις του Γιάννη; πειράζει ο Πέτρος την αδελφή του.

—Τι να του πω; κάνει εκείνη πως δεν καταλαβαίνει.

—Πως τον ερωτεύτηκες.

—Μου πέρασε, λέει η Αντιγόνη. Τώρα δεν είμαι ερωτευμένη με κανέναν. Τώρα αρχίζει καινούρια ζωή.

Έχουν βγει οι τρεις τους με τη Ρίτα στο μπαλκόνι, κι η Αντιγόνη, έτσι όπως απλώνει τα δυο της χέρια, θαρρείς και θα πετάξει.

Πάντα μπροστά μας
για μια καινούρια ζωή…

Κάτω από το μπαλκόνι περνάει κόσμος με σημαίες και τραγουδάει.

«Όταν θα τελειώσει ο πόλεμος, Τσουένι μου…».

—Τέλειωνε με τη σημαία, Γκαριμπάλντι, να βγούμε στο δρόμο, ακούγεται από μέσα η φωνή του παππού.

Θα βγούνε στους δρόμους! Δε θα φοβούνται μην τους σημαδέψει κανείς, ίσια στην καρδιά. Ποτέ πια. ποτε πια.

Έχει ξημερώσει για καλά, ο φθινοπωρινός ουρανός έχει χρώμα μελί. «Το βαρέθηκα το μπλε παστέλ, Τσουένι μου». Αν ήτανε ο Πέτρος ένα μικρό αγόρι, θα μπορούσε να φανταστεί τον Αχιλλέα να μπαίνει μέσα στην Αθήνα καβάλα στο άλογο με το γυμνό σπαθί στο χέρι… Και να στήνει το άγαλμα της Δροσούλας στην πιο μεγάλη πλατεία. «Να πεις στο Τσουένι, την πρώτη ελεύθερη συνοικία, θα τη βγάλουμε Δροσούλα…». Ο Πέτρος, όμως, είναι μεγάλος πια. Το κάγκελο του μπαλκονιού τού φτάνει στη μέση. Κάποιοι του γνέφουν από κάτω. Είναι η «συμμορία» του Σωτήρη. Έχουν φτιάξει από χαρτόνι το Χίτλερ και μια κρεμάλα. Τραβάνε ένα σπάγκο κι ο Χίτλερ κρεμιέται. Ξελαρυγγίζονται στο τραγούδι.

Ο Χίτλερ εμπατήρισε,
εμπατήρισε, εμπατήρισε.
Έφαγε κουκουτσάλευρο
μπομποτάλευρο
χαρουπάλευρο…

—Έρχομαι, τους φωνάζει ο Πέτρος και κουτρουβαλάει τις σκάλες να πάει μαζί τους κι ας είναι άντρας πια, δεκατριώ χρονώ!!

Βιβλιογραφικά

Άλκη Ζέη, Ο μεγάλος περίπατος του Πέτρου, Κέδρος, Αθήνα 1986, σ. 259-261.

Δείτε επίσης:

Μεταδεδομένα

< Ζέη > < Λήξη πολέμου > < Οπτική γωνία παιδιού > < Αθήνα >

▲▲

Η παρέλαση


Περιμέναμε πως όπου να 'ναι φεύγουνε οι Γερμανοί. Η κίνηση στα τρία μέγαρα της γειτονιάς δεν έλεγε να σταματήσει νύχτα μέρα. Κι αυτό γινότανε ολόκληρες βδομάδες. Ώσπου ένα πρωί, χαράματα πες, μπήκαν στη γραμμή κανονικά και φύγανε με τα κάρα τους και τα φορτηγά τους φορτωμένα μέχρι τα μπούνια. Τότε χιμήξαμε όλοι στα τρία μέγαρα και δεν αφήσαμε καρφίτσα, που λέει ο λόγος. Δεν πέρασε μια ώρα και διαδόθηκε πως έρχονταν οι δικοί μας. Τρέξαμε και μεις, μικρά παιδιά, να δούμε την παρέλαση.

Απ' το Ιπποδρόμιο κατέβαιναν χαρούμενες παρέες με σημαίες, άλλες ελληνικές κι άλλες ρώσικες με σφυροδρέπανα, και σε λιγάκι ο δρόμος προς τον Πύργο και τα πεζοδρόμια πήξανε στον κόσμο που ανυπομονούσε. Βγήκανε δυο με το χουνί και φώναξαν πως ο «ο απελευθερωτικός στρατός, ο τιμημένος ΕΛΑΣ βρίσκεται στο Βαρδάρι». Ο κόσμος ζητωκραύγαζε και μεις καταφέραμε να σκαρφαλώσουμε στη μαρκίζα του σινεμά «Ηλύσια» κι από κει τα βλέπαμε όλα. Από παντού αντηχούσαν τραγούδια, στα μπαλκόνια απλώσανε ο κόσμος τις σημαίες. Τραγουδούσαμε και μεις:

Τα χρυσά σπαθιά των Άγγλων
θα τα κάνουμε σφυριά,
θα τα κάνουμε δρεπάνια
να θερίζει η αγροτιά.

Ήτανε ωραία τραγούδια. Θυμάμαι, αργότερα, πόσο μου είχε αρέσει ένας σκοπός όταν μια μέρα μαζεύτηκε κόσμος και ντουνιάς στην πλατεία Αγίας Σοφίας και τον τραγουδούσε γονατιστός. Πήγαμε κι εμείς και γονατίσαμε.

Αιώνια η μνήμη σε σας, αδελφοί,
στον τίμιο που πέσατε αγώνα.

Ύστερα αρχίσανε να βγάζουνε λόγους, μα εμείς δεν καταλαβαίναμε λέξη, βαρεθήκαμε και φύγαμε. Και καλά που φύγαμε, γιατί μετά πέσανε μπιστολιές, όπως μάθαμε. Εκείνη όμως τη μέρα λέγανε άλλα τραγούδια, πιο χαρούμενα.

Τα τανκς και τα κανόνια,
Βουλγάροι, Γερμανοί,
κι αυτοί οι παοτζήδες
μας πήραν το ψωμί.

Ο ενθουσιασμός του κόσμου φούντωνε. Και τα χουνιά ανάγγειλαν πως «ο στρατός μας μπήκε στην Τσιμισκή». Ο κόσμος άρχισε τα «ζήτω» κι άλλοι αγκαλιάζονταν και χοροπηδούσαν και μεις απάνω στη μαρκίζα πιο πολύ απ' όλους. Ώσπου άρχισε η παρέλαση: Μπροστά πηγαίνανε καμιά κατοσταριά καβαλαραίοι, αρματωμένοι σαν αστακοί, με γενιάδες κι αυτόματα και φισεκλίκια χιαστί στο στήθος. Ύστερα έρχονται οι πεζοί, κι αυτοί το ίδιο αρματωμένοι, και πιο πίσω καμιά πεντακοσαριά παιδιά που κουβαλούσανε καμένα γερμανικά όπλα, απ' αυτά που μέρες πριν καίγανε οι Γερμανοί αβέρτα. Αυτούς, δεν ξέρω ποιος του πρωτοείπε «η καμένη μεραρχία» και σε λιγάκι έτσι τους φώναζε όλος ο κόσμος. Μετά ακολουθούσε μπουλούκι ο κόσμος. Εκεί να δεις σημαίες ελληνικές και ρώσικες, και σηκωμένη τη γροθιά απάνω στα μπαλκόνια, και «Θα σας κατεβάσουμε» φωνάζανε σ' όσους παρακολουθούσαν από κει. Στο μεταξύ ο κόσμος που περίμενε στα πεζοδρόμια μπουκάρισε στο δρόμο κι αγκάλιαζε τους αντάρτες. Μερικοί είχανε φέρει και γλυκά και τους κερνούσανε, άλλοι μπαίνανε μες στις γραμμές των ανταρτών και τραγουδούσαν όλοι μαζί αγκαλιασμένοι.

Ξαφνικά έγινε κάτι που κανένας δεν το περίμενε. Απ' την Τσιμισκή ακούστηκε το μουγκρητό μιας μοτοσικλέτας κι ένας Γερμανός μοτοσικλετιστής, με τ' αυτόματο στο στήθος, πέρασε σα σαΐτα.

—Γυρνάνε πίσω, ακούστηκαν φωνές κι ο κόσμος σκόρπισε απ' το δρόμο μαζί με τους αντάρτες κι οι καβαλαραίοι κρατάγανε με το ζόρι τ' άλογά τους. Ύστερα τα χουνιά ξαναφώναξαν: «Ένας ήταν, ένας ήταν», και το πανηγύρι σιγά σιγά ξανάρχισε. Μονάχα που μερικοί αρχίσανε να φεύγουνε κατά την απάνω πόλη. Ωστόσο η παρέλαση ανασυντάχτηκε και, μόλο που το πράμα είχε κρυώσει κάπως, δεν πάψανε τ' αγκαλιάσματα και τα τραγούδια. Κι ύστερα ακούστηκε ξανά το μουγκρητό της μοτοσικλέτας να 'ρχεται απ' τη μεριά του Πύργου αυτή τη φορά και σε λιγάκι φάνηκε σίφουνας ο ίδιος Γερμανός, να 'χει απάνω στο ντεπόζιτο της μηχανής του μια βαλίτσα.

—Ρίχτε του, ρίχτε του, ακούστηκαν φωνές, μα κανένας δεν του έριξε. Δυο τρία άλογα ρίξανε κάτω τους καβαλαραίους τους. Ο κόσμος διαλύθηκε μεμιάς. Οι πιο πολλοί πήρανε τους δρόμους καταπάνω. Ούτε τραγούδια ούτε αγκαλιάσματα. Μονάχα τις σημαίες κρατάγανε διπλωμένες στους ώμους τους και τα σιγολέγανε παρέες παρέες.

Εμείς σαλτάραμε απ' τη μαρκίζα των «Ηλυσίων» και ξαναγυρίσαμε στη γειτονιά.

Βιβλιογραφικά

Τόλης Καζαντζής, «Η παρέλαση», Η παρέλαση - Ενηλικίωση, Νεφέλη, Αθήνα 1995, σ. 61-64.

Μεταδεδομένα

< Γερμανοί > < Θεσσαλονίκη > < Λήξη πολέμου > < Καζαντζής >

Ιστορία

Γραπτές πηγές

  1. Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας
  2. Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας

    «Ήδη τον Αύγουστο του 1943, το Ε.Α.Μ., τα παλιά πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα, η Ε.Κ.Κ.Α. και ο Ε.Δ.Ε.Σ. διακηρύττουν ότι το καθεστωτικό ζήτημα, μια απ' τις κυριότερες αιτίες της σύγκρουσης, πρέπει να ρυθμιστεί μετά την απελευθέρωση με δημοψήφισμα. Η λύση αυτή υιοθετείται απ' το βασιλιά και την κυβέρνησή του. Οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα σ' όλες τις πολιτικές αποχρώσεις συνεχίζονται, και μετά από μερικές δυσχέρειες καταλήγουν στη συμφωνία του Λιβάνου (Μάιος 1944) και στο σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας, που μεταφέρθηκε στη Νεάπολη. Παρ' όλ' αυτά, η Συνδιάσκεψη του Κιεμπέκ ανάμεσα στο Ρούζβελτ και τον Τσώρτσιλ επιτρέπει στη Μεγάλη Βρεταννία (που καθώς φαίνεται δεν θεωρούσε αναγκαίο να έχει και τη συγκατάθεση του Στάλιν) να στείλει μετά την απελευθέρωση στην Αθήνα ένα εκστρατευτικό σώμα "για να σώσει τη χώρα απ' την αναρχία". Παρ' όλ' αυτά, για να επιτευχθεί η καταδίωξη των γερμανικών στρατειών, το Ε.Α.Μ. προσχωρεί στη συμφωνία της Καζέρτας (Σεπτέμβρης 1944), με την οποία δέχεται να μην καταλάβει ο Ε.Λ.Α.Σ. την Αθήνα και ν' αποβιβαστούν βρεταννικά στρατεύματα στην Ελλάδα.»

  3. Η Ελλάδα στη δεκαετία 1940-1950
  4. Η Ελλάδα στη δεκαετία 1940-1950

    «Είναι εκ των υστέρων φανερό ότι οι πολιτικές συνέπειες της αντίστασης κατά των κατακτητών υπήρξαν σημαντικότερες από τα στρατιωτικά της επιτεύγματα. Πέρα από το ότι υποχρέωνε τους Γερμανούς να διατηρούν στην Ελλάδα περισσότερες δυνάμεις απ' ό,τι θα ήταν αναγκαίο, η αντίσταση είχε ελάχιστη επίδραση στην κατάστρωση των στρατιωτικών σχεδίων και των επιχειρήσεων, ιδιαίτερα όταν οι Σύμμαχοι απέκλεισαν τελικά τη δημιουργία μετώπου στα Βαλκάνια. Ωστόσο, ως μαζικό πολιτικό κίνημα ήταν κάτι τελείως καινούριο στην ελληνική ιστορία, με εξαιρετικά σοβαρές συνέπειες για την πολιτική ζωή του έθνους. Οι διάφορες αντιστασιακές οργανώσεις, ιδιαίτερα οι προσκείμενες στο ΕΑΜ, κινητοποίησαν και συνένωσαν μεγάλες μερίδες πολιτών, πολλοί από τους οποίους δεν είχαν αναμειχθεί ποτέ σε εθνικά θέματα. Αλλά αν η αντίσταση συνέβαλε στην ενότητα του πληθυσμού, είχε ταυτόχρονα και αντίθετα αποτελέσματα. Οι πολιτικές διασπάσεις του παρελθόντος, ενισχυμένες τώρα από νέα και βαθιά ιδεολογικά σχίσματα και από κάποιο κλίμα εκδίκησης, επισφράγισαν όλες τις εκδηλώσεις της ζωής του έθνους.»

  5. Η διολίσθηση προς την εμφύλια σύγκρουση, 1944-1946
  6. Η διολίσθηση προς την εμφύλια σύγκρουση, 1944-1946

    «Η απελευθέρωση της Ελλάδας απασχόλησε έντονα τις συμμαχικές Μεγάλες Δυνάμεις και ιδίως τη Βρεταννία. Την άνοιξη του 1944, η θέση των Βρεταννών στα ελληνικά πράγματα φαινόταν επισφαλής: οι στρατιωτικές δυνάμεις της ελληνικής εξόριστης κυβέρνησης είχαν σε σημαντικό βαθμό αποσυντεθεί μετά την κρίση του Απριλίου 1944, ενώ το ΕAM κυριαρχούσε σε μεγάλα τμήματα της χώρας. Ο Βρεταννός πρωθυπουργός Ουίνστον Τσώρτσιλλ (Winston Churchill) φοβόταν ότι, μετά τον πόλεμο, τα Βαλκάνια θα κυριαρχούνταν από τους κομμουνιστές και θα περιέρχονταν στη σοβιετική σφαίρα επιρροής. Πίστευε ακόμη ότι μια σύγκρουση Βρεταννίας και Σοβιετικής Ένωσης δεν ήταν απίθανη, εξαιτί­ας της σοβιετικής πολιτικής στην Ιταλία, τη Γιουγκοσλαβία και την Ελλάδα. Ειδικότερα, ο Βρεταννός πρωθυπουργός θεωρούσε αναγκαίο να μεταφερθούν βρεταννικές δυνάμεις στην Αθήνα μέσα σε 48 ώρες μετά την αποχώρηση των Γερμανών, για να αποτρέψουν την κατάληψη της εξουσίας από το ΕΑΜ. Οι στόχοι της αγγλικής πολιτικής καθορίστηκαν με μεγαλύτερη σαφήνεια στις 7 Ιουνίου 1944, οπότε, σε μνημόνιο που υπέβαλε ο υπουργός Εξωτερικών, Άντονυ Ήντεν (Anthony Eden), στο Πολεμικό Συμβούλιο, οριζόταν ότι το Λονδίνο έπρεπε να εργαστεί για την εγκαθίδρυση στην Ελλάδα ενός καθεστώτος, που μετά τον πόλεμο θα απευθυνόταν στη Βρεταννία για να αντιμετωπίσει τη σοβιετική επιρροή.»

  7. Η διολίσθηση προς την εμφύλια σύγκρουση
  8. Η διολίσθηση προς την εμφύλια σύγκρουση

    «Καθώς διευθετούνταν έτσι οι διεθνείς επιπλοκές και οι Γερμανοί αποχωρούσαν, άρχισε από τις 7 Οκτωβρίου η αποβίβαση βρεταννικών στρατευμάτων στην Πελοπόννησο. Οι γερμανικές δυνάμεις εγκατέλειψαν την Αθήνα στις 12 του μηνός και είχαν πλήρως εκκενώσει την ηπειρωτική Ελλάδα ως τις 3 Νοεμβρίου. Κατά το διάστημα αυτό σημειώθηκαν συγκρούσεις με τις δυνάμεις της Αντίστασης, με κορυφαία την επιτυχία του ΕΛΑΣ να αποτρέψει την ανατίναξη του εργοστασίου της Ηλεκτρικής Εταιρείας στο Κερατσίνι. Στις 14 και 15 Οκτωβρίου, οι πρώτες βρεταννικές δυνάμεις εισήλθαν στην πρωτεύουσα, όπου έγιναν πανηγυρικά δεκτές από τον λαό, με συνθήματα υπέρ του ΚΚΕ, του ΕΑΜ και των τριών Συμμάχων, Βρεταννίας, Σοβιετικής Ένωσης και ΗΠΑ. Στις 18 Οκτωβρίου εισήλθε στην Αθήνα η νόμιμη κυ­βέρνηση υπό τον Γ. Παπανδρέου, σε ατμόσφαιρα μεγάλου λαϊκού ενθουσιασμού. Πρώτη πράξη του Παπανδρέου ήταν η επίσημη έπαρση της σημαίας στον ιερό βράχο της Ακρόπολης, ενώ λίγο αργότερα, στην Πλατεία Συντάγματος, απευθύνθηκε στον λαό, σε μία συγκέντρωση όπου κυριάρχησαν συνθήματα υπέρ του ΚΚΕ και του ΕΑΜ. Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε στην ανάγκη να ικανοποιηθούν οι εθνικές διεκδικήσεις, να αποκατασταθεί η λαϊκή κυριαρχία, να επιλυθεί το πολιτειακό ζήτημα μετά από ελεύ­θερο δημοψήφισμα και να τιμωρηθούν οι συνεργάτες του εχθρού. Λίγες ημέρες αργότερα, στις 23 Οκτωβρίου, ορκίστηκε νέα υπό τον Γ. Παπανδρέου κυβέρνηση.»

  9. Ο Δεκέμβριος του 1944
  10. Ο Δεκέμβριος του 1944

    «Με τη συμφωνία της Λισαβόνας (Αύγουστος 1944) δόθηκε η δυνατότητα και στους χιτλερικούς να συμβάλουν στο έργο των Άγγλων το Δεκέμβριο του 1944. Η συμφωνία βοήθησε το στρατηγό Σκόμπυ να μη χρησιμοποιήσει τα βρετανικά όπλα κατά των Γερμανών. Ανενόχλητοι έφυγαν από την Κρήτη 50.000 Γερμανοί κι έμειναν εκεί άλλες 20.000 μέχρι τις 8 Μαΐου 1945. Από τα Δωδεκάνησα έφυγαν ανενόχλητες 17.000. Κι ακόμη, υποχώρησαν μπροστά στα μάτια των Άγγλων η 11η Μεραρχία Αλεξιπτωτιστών, η 117η "Μεραρχία Κυνηγών" και η 41η Μεραρχία Πεζικού. Οι μόνοι που τους έκοβαν τις διόδους και τους χτύπησαν με επιθέσεις σε όλη την έκταση της γραμμής υποχώρησης ήταν οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ στην Πελοπόννησο, τη Στε­ρεά και τη Βόρεια Ελλάδα και του ΕΔΕΣ στην Ήπειρο, όπως βεβαιώνουν οι γερμανικές στρατιωτικές εκθέσεις. Οι άθικτες από τους Άγγλους γερμανικές δυνάμεις- ο κύριος όγκος τους τουλάχιστον- προωθήθηκαν έτσι προς το κεντροευρωπαϊκό μέτωπο, ενώ θα μπορούσαν ν' αποκοπούν και να αιχμαλωτιστούν.»

  11. Η εκκαθάριση του Πανεπιστημίου μετά την Απελευθέρωση
  12. Η εκκαθάριση του Πανεπιστημίου μετά την Απελευθέρωση

    «Το Συνέδριο του Λιβάνου τον Μάιο του 1944, το οποίο κατέληξε στο σχηματισμό ελληνικής Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, ενέκρινε ομόφωνα το Εθνικό Συμβόλαιο με το οποίο καθορίστηκαν τα κύρια ζητήματα που έπρεπε να αντιμετωπιστούν κατά τη μεταβατική περίοδο προς την Απελευθέρωση. Περιελάμβανε επίσης τις αρχές για τη διακυβέρνηση της χώρας αμέσως μετά την απελευθέρωσή της. Το κείμενο ανέφερε συγκεκριμένα την "επιβολή σκληρών κυρώσεων κατά των προδοτών της Πατρίδος και κατά των εκμεταλλευτών της δυστυχίας του λαού μας". Η υιοθέτηση μιας τέτοιας απόφασης στο Λονδίνο τον Ιανουάριο του 1942 είχε προφανώς στόχο να ενθαρρύνει τους υπόδουλους λαούς της Ευρώπης και να προειδοποιήσει τις κατοχικές δυνάμεις. Εντούτοις, τις παραμονές της Απελευθέρωσης, η απόφαση αυτή είχε προσλάβει μια επιπλέον διάσταση, που όμως αγνοήθηκε από τους επίσημους φορείς. Είχε μετατραπεί σε πολιτικό ζήτημα. Η τιμωρία των προδοτών, μια έκφραση που μετά την Απελευθέρωση αντικαταστάθηκε σταδιακά από τον όρο "εκκαθάριση", αποτέλεσε τη λυδία λίθο πάνω στην οποία δοκιμάστηκαν πολλά ζητήματα: η εντιμότητα των προθέσεων της πολιτικής ελίτ, η εφαρμογή των δεσμεύσεων που είχαν αναληφθεί κατά τη διάρκεια του πολέμου, η ακεραιότητα των μεταπολεμικών κυβερνήσεων και, τέλος, η ιδεολογική αλληλεγγύη ανάμεσα σε κατηγόρους και κατηγορουμένους.»

  13. Κατοχή και Αντίσταση
  14. Κατοχή και Αντίσταση

    «Από το καλοκαίρι του 1943, η σκληρότητα των κατακτητών παίρνει νέες διαστάσεις. Στις αρχές του Αυγούστου έχει ολοκληρωθεί η μεταφορά περίπου 50.000 Εβραίων στο Άουσβιτς από τη Βόρεια Ελλάδα. ελάχιστοι από αυτούς θα επιστρέψουν. Παράλληλα, σε αντίποινα για την ανάπτυξη της αντίστασης, ο γερμανικός στρατός κατοχής εφαρμόζει πολιτική τρόμου και μαζικών εκτελέσεων. Το Κομένο, η Κλεισούρα, το Δίστομο, τα Καλάβρυτα είναι ορισμένα από τα ορόσημα της μακράς σειράς αίματος που διατρέχει την κατεχόμενη Ελλάδα. Ήδη από την άνοιξη του 1943, οι Γερμανοί έχουν επιτρέψει την ίδρυση των Ταγμάτων Ασφαλείας, όπως προτρέπουν οι Θ. Πάγκαλος και Σ. Γονατάς, ώστε, εξοπλισμένα με γερμανικά όπλα, να καταπολεμήσουν τον κομμουνισμό. Η νέα αυτή εξέλιξη γρήγορα παίρνει πολιτικές διαστάσεις, όπως είναι φυσικό, γιατί προβάλλει ανάγλυφα μια ιδιαίτερα απεχθή μορφή συνεργασίας με τον κατακτητή: την καταδίωξη μιας αντιστασιακής οργάνωσης και για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, που εξυπηρετούν τόσο τις δυνάμεις κατοχής όσο και συγκεκριμένη μερίδα του πολιτικού κόσμου.»

  15. Οι εξόριστες κυβερνήσεις
  16. Οι εξόριστες κυβερνήσεις

    «Κατά τις προκαταρκτικές συνεννοήσεις, πριν από την έναρξη των εργασιών του Συνεδρίου, διαφάνηκε η αντίθεση μεταξύ του ΕΑΜ και των υπολοίπων δυνάμεων. Οι αντιπροσωπείες του ΕΑΜ, της ΠΕΕΑ και του ΚΚΕ […] καθώς και ο αρχηγός του ΕΛΑΣ, Στέφανος Σαράφης- επεδίωκαν την αποκήρυξη των Ταγμάτων Ασφαλείας, τον σχηματισμό ενιαίας κυβέρνησης, στην οποία το ΕΑΜ θα ήλεγχε τα μισά Υπουργεία- και ειδικά το Υπουργείο Εσωτερικών και το Υφυπουργείο Στρατιωτικών- μεταφορά τμήματος της κυβέρνησης στο Βουνό, δημιουργία ενιαίου Στρατού μεταπολεμικά, καθώς και δήλωση ότι ο βασιλιάς δεν θα επέστρεφε πριν από τη διενέργεια δημοψηφίσματος και τον διορισμό αντιβασιλιά. Στις αξιώσεις αυτές αντιτάχθηκαν όλες οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις, φοβούμενες ότι έτσι θα περιερχόταν η κυβέρνηση στον ουσιαστικό έλεγχο του ΕΑΜ. Από την πλευρά των αστικών κομμάτων, επιδιωκόταν η δημιουργία ενιαίου Στρατού ο οποίος δεν θα είχε ως βάση του τον ΕΑΑΣ, η καταγγελία από το Συνέδριο του κινήματος στις δυνάμεις της Μέσης Ανατολής, καθώς και του ΕΛΑΣ για τρομοκράτηση της υπαίθρου. Ο Παπανδρέου προσπάθησε να επιτύχει τη διάλυση του ΕΛΑΣ και τη σύσταση ένοπλης δύναμης με βάση την καθολική στρατολογία, πείστηκε όμως από τον Σαράφη ότι τούτο θα ήταν αδύνατο στις υπάρχουσες συνθήκες. Στο σημείο αυτό, φαίνεται ότι ο Ρούσος, ως εκπρόσωπος του ΚΚΕ, εξέτασε και το ενδεχόμενο αποχώρησης από το Συνέδριο, υποχώρησε όμως ενώπιον της αντίδρασης του Σβώλου, που επιζητούσε οπωσδήποτε τον σχηματισμό ενιαίας κυβέρνησης. […] Οι εργασίες του Συνεδρίου άρχισαν στις 17 Μαΐου. Μιλώντας πρώτος, ο Παπανδρέου εξέθεσε τις προγραμματικές του δηλώσεις- τις οποίες είχε δώσει στη δημοσιότητα ήδη από την πρωθυπουργοποίησή του- και εξαπέλυσε έντονη επίθεση κατά του ΕΑΜ, το οποίο κατηγόρησε ότι απέβλεπε σε πραξικοπηματική κατάληψη της εξουσίας μετά τον πόλεμο.»

  17. Ένας δρόμος χωρίς σύγκρουση: το παιχνίδι για την εξουσία 1943-1944
  18. Ένας δρόμος χωρίς σύγκρουση: το παιχνίδι για την εξουσία 1943-1944

    «Ανάλογα με τη στρατιωτική κατάσταση στα μέτωπα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, τα πολιτικά διακυβεύματα και το διπλωματικό παρασκήνιο, αλλά και τις εξελίξεις στο εσωτερικό της Ελλάδας, από το φθινόπωρο του 1943 ως την απελευθέρωση τον Οκτώβριο του 1944, το πρόβλημα της εξουσίας στη χώρα υπερέ­βαινε κατά πολύ τους θεσμούς και τα κυβερνητικά σχήματα που την ασκούσαν μάλλον συμβατικά και που συμβολικά τη διαχειρίζονταν. Υπήρχαν δύο τυπικές κυβερνήσεις, μια στην Αθήνα και μια στο Κάιρο, ενώ από το Μάρτιο του 1944 μια τρίτη έκανε τη δυναμική εμφάνισή της "στο βουνό", αλλά και για τις τρεις, έστω και σε διαφορετικούς βαθμούς, ίσχυε το παράδοξο ότι βρίσκονταν στην "κυβέρνηση" αλλά όχι στην εξουσία. Έτσι, και ενώ διαγραφόταν η προοπτική απελευθέρωσης, οι εσωτερικοί ανταγωνισμοί για την εξουσία στη μεταπολεμική Ελλάδα έθεταν επί τάπητος το ζήτημα των εκατέρωθεν νομιμοποιήσεων και συμπυκνώνονταν σε μια δέσμη ερωτημάτων που θα μπορούσαν κάλλιστα να ανταλλάξουν μεταξύ τους οι διεκδικητές: Τι εξουσία διαθέτεις; Από πού την αντλείς; Στο όνομα και υπέρ ποιων συμφερόντων την ασκείς; Σε ποιον λογοδοτείς; Τέλος, με ποιον τρόπο θα απαλλαγώ από σένα;»

  19. Στην Ελλάδα του Χίτλερ. Η εμπειρία της Κατοχής
  20. Στην Ελλάδα του Χίτλερ. Η εμπειρία της Κατοχής

    «Οι αγωνιστές τον ΕΑΜ είχαν διαδώσει την είδηση της αναμενόμενης αποχώρησης των Γερμανών την προηγούμενη νύχτα, φωνάζοντας συνθήματα από τις ταράτσες με τα χωνιά τους. Στις 12 του μηνός, ο ήλιος ανέτειλε και φώτισε εκατοντάδες γαλανόλευκες σημαίες, που ο κόσμος είχε κρεμάσει από τα μπαλκόνια. Εκείνο το πρωί, ενώ μαζεύονταν πλήθη στην πλατεία Συντάγματος, μια γερμανική μονάδα κατέβασε τη σβάστικα από την Ακρόπολη και απέτισε τον ύστατο χαιρετισμό στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη. Ο αξιωματικός είπε στο δήμαρχο ότι παρέδιδαν την πόλη σε αυτόν, και έφυγε. "Βρήκαμε τους δρόμους γεμάτους από ανθρώπους, σε τόσο πυκνή διάταξη που το αμάξι μας προχωρούσε σπρώχνοντας με δυσκολία", θυμόταν ένας από τους τελευταίους Γερμανούς αξιωματούχους που έφυγαν. "Δεν έχω δει ποτέ μου κόσμο να έχει τέτοια χαρά και ενθουσιασμό". Το μεσημέρι πια η πλατεία Συντάγματος ήταν κατάμεστη από κόσμο. ο ένας φιλούσε κι αγκάλιαζε τον άλλον. Οι καμπάνες χτυπούσαν σε όλη την πόλη.»

  21. Η ένοπλη αντίσταση, κατακτήσεις και συγκρούσεις 1942-1944
  22. Η ένοπλη αντίσταση, κατακτήσεις και συγκρούσεις 1942-1944

    «Μετά από διαβουλεύσεις, δισταγμούς και προσδοκίες, που κράτησαν όλο σχεδόν το καλοκαί­ρι του 1944, η ΠΕΕΑ και το ΕΑΜ έστειλαν επιτέλους υπουργούς για να μετάσχουν στην κυ­βέρνηση Εθνικής Ενότητας του Γεωργίου Παπανδρέου. Στις 2 Σεπτεμβρίου, η κυβέρνηση με τη νέα της υπόσταση άρχισε τη λειτουργία της, όχι πάντοτε με ομαλό τρόπο. Στις 28 Σεπτεμβρίου, ενώ η απελευθέρωση πολλών πε­ριοχών της Ελλάδας από τον ΕΛΑΣ (και από τον ΕΔΕΣ που στο μεταξύ, από τον Ιούνιο, είχε διακόψει την απραξία του) είχε ολοκληρωθεί, υπογράφηκε στην Καζέρτα της Ιταλίας μία νέα συμφωνία η οποία, στο κυριότερο σημείο της, καθιστούσε το Βρετανό στρατηγό Ρόναλντ Σκόμπι γενικό διοικητή- αρχιστράτηγο ουσιαστικά- του συνόλου των ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων, όπως και των βρετανικών αντί­στοιχων που θα έρχονταν στην Ελλάδα.

    Στο μεταξύ ο πόλεμος ανάμεσα στις δυο Ελλάδες συνεχιζόταν ως την τελευταία στιγμή. Το κύριο χαρακτηριστικό της περιόδου ήταν η βίαιη μετατόπιση των εσωτερικών συνόρων, όπως αυτά είχαν δημιουργηθεί από τις αρχές κιόλας του 1944. Τα όρια ανάμεσα στην Ελεύθερη Ελλάδα και την αντίστοιχη κατεχόμενη ήσαν σχεδόν απόλυτα και διέτρεχαν ακόμα και την Αθήνα, η οποία είχε χωριστεί στις κατεχόμενες ζώνες- όπου κυριαρχούσαν οι δυνάμεις κατοχής και τα ποικιλώνυμα Τάγματα Ασφα­λείας- και στις συνοικίες της περιφέρειας, όπου κυριαρχούσε το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ της Αθήνας. […]

    Η εξάπλωση της Ελεύθερης Ελλάδας έγινε έτσι με ραγδαίους ρυθμούς σε όλη την επικράτεια και στα­μάτησε μόνο εκεί όπου οι συμφωνίες και οι διαταγές απαγόρευαν την περαιτέρω κίνηση: στην Ήπειρο, που είχε αφεθεί στον Ζέρβα, και στην Αθήνα, όπου οι δυνάμεις του τακτικού ΕΛΑΣ δεν είχαν δικαίωμα να μπουν. Σε αυτές τις συνθήκες όλοι περίμεναν την Απελευθέρωση, χωρίς όμως οι διαθέσεις και οι ως προς αυτήν προσδοκίες να είναι ακριβώς οι ίδιες.»

  23. Το φθινόπωρο του 1944, πολιτικές συγκρούσεις κατά την απελευθέρωση
  24. Το φθινόπωρο του 1944, πολιτικές συγκρούσεις κατά την απελευθέρωση

    «Με εξαίρεση το Βασιλιά, το ΕΑΜ είχε ήδη αναγνωρίσει με τη Συμφωνία του Λιβάνου, το Μάιο του 1944, την ελληνική κυβέρνηση της Μέσης Ανατολής ως μέρος της αντιφασιστικής συμμαχίας. Και σε αυτή την κυβέρνηση πρωθυπουργός είχε αναλάβει ο Γεώργιος Παπανδρέου. Όμως, τόσο η παλαιά πολιτική ελίτ όσο και οι αμιγώς φιλοβρετανικές αντιστασιακές οργανώσεις, όπως ο ΕΔΕΣ του στρατηγού Ναπολέοντα Ζέρβα, δεν μπορούσαν να αντισταθμίσουν την πολιτική και κοινωνική επιρροή του ΕΑΜ και το ηθικό του κύρος. Μπορούσαν όμως, όπως θα δούμε στη συνέχεια, να αντισταθμίσουν τη στρατιωτική δύναμη του ΕΛΑΣ.

    Με την Απελευθέρωση, λοιπόν, το ΕΑΜ συνιστούσε το κατ' εξοχήν πολιτικό υποκείμενο, αντιπροσώπευε μια πολιτική δύναμη μεγάλη και ανεξάρτητη από τους Βρετανούς. Η ανεξαρτησία αυτή εκφραζόταν και από τις ιδεολογικές επιλογές του ΕΑΜ. Εκτός από τους κομμουνιστές, ακόμη και πάρα πολλοί αριστεροί και δημοκράτες του ΕΑΜ έκλιναν προς τη Σοβιετική Ένωση, όχι μόνο από τη σημαντική επιρροή που ασκούσαν οι Έλληνες κομμουνιστές αλλά και επειδή τότε ακόμη η ΕΣΣΔ αντιπροσώπευε τη μεγάλη ηθική δύναμη των ιδεών του σοσιαλισμού και της κοινωνικής απελευθέρωσης ενώ το κύρος της είχε κυριολεκτικά απογειωθεί μετά τη νίκη του Κόκκινου Στρατού επί των Ναζί, το Φεβρουάριο του 1943 στο Στάλινγκραντ.»

  25. Η νικηφόρα επανάσταση που χάθηκε
  26. Η νικηφόρα επανάσταση που χάθηκε

    «Κυριακή 12 Οκτώβρη 1944

    […] Πριν περάσουμε την Κάνιγγος τραντάχτηκε η Αθήνα από κωδωνοκρουσίες και χαρμόσυνες αγγελίες, με εκατοντάδες τηλεβόες, απ' όλες τις μεριές τής πόλης: Λαέ της αδούλωτης Αθήνας. Η πρωτεύουσα της πατρίδας μας, η καρδιά της Ελλάδας είναι λεύτερη! Μαχητές του ηρωικού ΕΛΑΣ κατέβασαν τη σημαία με τον αγκυλωτό σταυρό, που 1264 μέρες μόλυνε, τον ιερό βράχο της Ακρόπολης. Ύψωσαν τη γαλανόλευκη σημαία μας, που μόνη της κυματίζει στον ελεύθερο αττικό ουρανό! Ζήτω η Ελεύθερη Ελλάδα μας! Ζήτω ο λαός της Αθήνας! Ζήτω το ΕAM, η τιμή και η συνείδησή μας! Ζήτω ο ελευθερωτής ΕΛΑΣ μας! Ζήτω οι μεγάλοι σύμμαχοι!

    Όταν φτάσαμε στην οδό Πατησίων βρεθήκαμε μπροστά σ' έναν ορμητικό χείμαρρο λαού που κατέβαινε, από τις εργατικές συνοικίες και τις λαϊκές γειτονιές, προς το κέντρο της πόλης. Όλος ο λαός βγήκε στους δρόμους. Τα μπαλκόνια των σπιτιών, στολισμένα με σημαίες και λουλούδια, ήταν άδεια. Μόνο που και που κάποια γεροντάκια, καθισμένα στις καρέκλες τους, σκούπιζαν τα δάκρυα χαράς και περηφάνιας για το μεγάλο και αδούλωτο λαό μας. Κάτω περνούσαν οι ατέλειωτες φάλαγγες, με πλακάτ, σημαίες και λάβαρα, με μουσικές και επαναστατικά τραγούδια. Γιόρταζαν την απελευθέρωση που απόκτησαν με τόσες θυσίες, αίμα και δάκρυ. Ποτέ στην ιστορία της η πρωτεύουσα δεν είχε γνωρίσει παρόμοιο ενθου­σιασμό που κορυφώθηκε όταν ένα τμήμα- συμβολικό του ΕΛΑΣ του Α' Σώματος Στρατού- ξεκινώντας από την πλατεία Αγάμων, παρέλασε στην οδό Πατησίων. Ο λαός τιμούσε τα πιο εκλεκτά παιδιά του, που στάθηκαν υπερασπιστές του, σ' όλη τη σκληρή περίοδο της κατοχής.»

  27. Η Οικονομική Διάσταση της Εφαρμογής του Δόγματος Truman και του Σχεδίου Marshall στην Ελλάδα
  28. Η Οικονομική Διάσταση της Εφαρμογής του Δόγματος Truman και του Σχεδίου Marshall στην Ελλάδα

    «Η απελευθέρωση της Ελλάδας (18/10/44), μετά την τετραετή εχθρική κατοχή της, βρίσκει την οικονομία της σε χαώδη κατάσταση. Χαρακτηριστική είναι η συνοπτική εικόνα αυτής της κατάστασης που δίνει με έκθεση της επιτροπή της UNRRA: "Το τέλος του πολέμου βρήκε την Ελλάδα με σοβαρά μειωμένη την παραγωγική της ικανότητα στον αγροτικό και μεταποιητικό τομέα, με το μεταφορικό της σύστημα κατεστραμμένο, με τα δημόσια οικονομικά και το πιστωτικό της σύστημα σε χαώδη κατάσταση, με την υγεία του λαού της σοβαρά υπονομευμένη από τον υποσιτισμό και τις αρρώστιες και με τις πηγές του εξωτερικού συναλλάγματος απολύτως ανεπαρκείς για την αγορά ακόμα και των στοιχειωδών αγαθών για την ανακούφισή της".»

Οπτικό υλικό

  1. Αφίσα του ΕΑΜ
  2. Αφίσα του ΕΑΜ
  3. Το τελευταίο γερμανικό όχημα εγκαταλείπει την Αθήνα
  4. Νέοι διαλαλούν με χωνιά τη μεγάλη χαρά του ελληνικού λαού
  5. Πανηγυρικές εκδηλώσεις του λαού της Αθήνας
  6. Πανηγυρικές εκδηλώσεις του λαού της Αθήνας
  7. Τα γερμανικά στρατεύματα προχωρούν σε καταστροφές
  8. Κάτοικοι του Ξυλόκαστρου υποδέχονται βρετανικό τζιπ
  9. Η απελευθέρωση της Αθήνας
  10. Παρέλαση παιδιών μπροστά στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη
  11. Καλωσόρισμα Βρετανών στρατευμάτων με συνθήματα για κάθαρση του δωσιλογισμού
  12. Το κινηματοθέατρο «Απόλλων» την ημέρα της απελευθέρωσης
  13. Απώλειες της Ελλάδας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο

Οπτικοακουστικό υλικό

  1. Επιστροφή της εξόριστης κυβέρνησης στην Ελλάδα
  2. Ο λόγος της απελευθέρωσης του Γεωργίου Παπανδρέου
  3. Αρχή της απελευθέρωσης (Έβρος)
  4. Η Συμφωνία της Καζέρτας
  5. Απελευθέρωση Πελοποννήσου
  6. Απελευθέρωση της Αθήνας, Στερεάς Ελλάδας, Θεσσαλίας, Μακεδονίας
  7. Απελευθέρωση της Αθήνας
  8. Απελευθέρωση της Αθήνας
  9. Απελευθέρωση της Αθήνας
  10. Θεσσαλονίκη. Μέρες απελευθέρωσης
  11. Θεσσαλονίκη 30 Οκτωβρίου 1944. Απελευθέρωση
  12. Μέρες απελευθέρωσης