Προηγούμενο   Επόμενο
Τέλος 
στη λογοτεχνία

1944

Σκανταλιές στο μικρό χωριό

  • Η Άστριντ Λίντγκρεν

Άστριντ Λίντγκρεν 1907-2002

Η Άστριντ Λίντγκρεν γεννήθηκε στη Σουηδία το 1907 σ’ ένα μικρό χωριό που το έλεγαν Βίμερμπυ. Μεγάλωσε στη φάρμα των γονιών της που βρισκόταν έξω από το χωριό – όπως το σπίτι της Πίπης ήταν στην άκρη του χωριού. Σε όλα της τα βιβλία επιστρέφει πάντα στα παιδικά της χρόνια, όπου μαζί με τα τρία της αδέρφια απολάμβαναν πολλές ελευθερίες και πολύ χρόνο για παιχνίδι αν και βοηθούσαν πάντα και στις αγροτικές δουλειές της φάρμας. Ψάχνοντας μια απάντηση για τα τόσο ευτυχισμένα παιδικά της χρόνια η Λίντγκρεν συνεχώς επαναλάμβανε πως αυτή και τα αδέρφια της βίωναν το σωστό συνδυασμό ελευθερίας και ασφάλειας. Έπρεπε να δουλεύουν στη φάρμα μόλις ήταν ικανά, κάτι που τα έκανε υπεύθυνα και μεγάλωνε την πίστη τους στον εαυτό τους, ενώ ταυτόχρονα μπορούσαν να παίζουν με την καρδιά τους με πολύ λίγους περιορισμούς.
Η Λίντγκρεν διάβαζε πολύ όταν ήταν παιδί αλλά δήλωσε μια φορά στη δασκάλα της, που της πρότεινε να γράψει βιβλία, πως αυτό ήταν κάτι που δεν θα έκανε ποτέ.
Η Λίντγκρεν μεγαλώνοντας δούλεψε ως γραμματέας και σύντομα απέκτησε δικά της παιδιά. Η Πίπη Φακιδομύτη γεννήθηκε από τις ιστορίες που έλεγε στην κόρη της κι εκείνη ενθουσιαζόταν. Η τύχη του χειρόγραφου δεν ήταν μεγάλη αφού απορρίφθηκε από τον πρώτο εκδότη. Τότε η Λίντγκρεν το έστειλε σ’ ένα διαγωνισμό που οργάνωνε ένας εκδοτικός οίκος και κέρδισε το πρώτο βραβείο.
Από τότε η φήμη της Πίπης γίνεται συνεχώς μεγαλύτερη. Μεταφράστηκε σε πάρα πολλές γλώσσες και άλλαξε τον τρόπο που οι μεγάλοι σκέφτονται για τον κόσμο των μικρών.
Η Πίπη ζει χωρίς τους γονείς της, είναι απίθανα δυνατή αφού μπορεί να σηκώσει το άλογό της με τα δυο της χέρια και ζει τη ζωή που της αρέσει να ζει. Αρνείται να πάει στο σχολείο μέχρι που ακούει για τις διακοπές και το «μολαφλασιασμό» αλλά γρήγορα καταλήγει πως δεν είναι γεννημένη για τους περιορισμούς και τους κανόνες του σχολείου. Είναι μια πανέξυπνη ηρωίδα που βρίσκει διαρκώς τρόπους να διασκεδάζει τους πιο παραδοσιακούς φίλους της, τον Τόμι και την Αννίκα. Και είναι ο Τόμι και η Αννίκα που αντιπροσωπεύουν τα παιδιά όλου του κόσμου, που κρατάνε τις ιστορίες της Πίπης γερά προσγειωμένες στην πραγματικότητα. Αν και είναι υποχρεωμένοι να πηγαίνουν στο σχολείο και σε καθορισμένη ώρα για ύπνο το βράδυ, μπορούν να απολαμβάνουν τις πλάκες που σκαρφίζεται η Πίπη και τους προσφέρει έξω από κάθε σύμβαση, περιορισμό και κανόνες που επιθυμούν οι μεγάλοι. Πλάκες και ιστορίες που αναδεικνύουν όλο τον πλούτο της παιδικής φαντασίας.
Την Πίπη Φακιδομύτη ακολούθησαν περίπου 100 ακόμη τίτλοι βιβλίων, όπου όλοι οι ήρωες έχουν κάποια από τα γνήσια χαρακτηριστικά της παιδικής ηλικίας που η Λίντγκρεν θεωρούσε πάρα πολύ σημαντική για όλη τη ζωή του ανθρώπου.
Το 1958 της απονεμήθηκε το βραβείο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν, η σημαντικότερη διάκριση για τους συγγραφείς λογοτεχνίας για παιδιά.
Η Άστριντ Λίντγκρεν διέθετε πάντα σε μεγάλο βαθμό ενέργεια, περιέργεια, κουράγιο, σβελτάδα, πνεύμα και ευφυΐα, όλα αυτά που χαρακτηρίζουν και τους ήρωές της. Παρέμεινε έτσι μέχρι το θάνατό της το 2002. Σήμερα είναι ένας ζωντανός μύθος της παιδικής λογοτεχνίας για την ψυχαγωγία και την έμπνευση που χάρισε σε γενιές παιδιών - αναγνωστών σε όλο τον κόσμο.

Διαβάστε σχετικά:
Ίσως και να ’χει δίκιο η Άννα όταν λέει πως περνάμε καλύτερα το καλοκαίρι. Μ’ αρέσει όμως και το σχολείο, κι όταν η δεσποινίς Τζόνσον μας αποχαιρετά την τελευταία μέρα, μου ’ρχονται δάκρυα στα μάτια γιατί δεν θα τη δω τόσο καιρό. Αλλά γρήγορα το ξεχνώ γιατί οι καλοκαιρινές διακοπές είναι θαύμα!
Το πρώτο βράδυ των διακοπών συνηθίζουμε να πηγαίνουμε για ψάρεμα στη λίμνη της Βορινής Φάρμας. Τίποτα δε σε κάνει να νοιώθεις τόσο καλοκαιρινός όσο το ψάρεμα. Αγοράζουμε την κλωστή, τα βαρίδια τους φελλούς και τ’ αγκίστρια από το εμπορικό του Μεγάλου Χωριού και φτιάχνουμε μόνοι μας τα καλάμια μας.
Ο Λαρς ονόμασε τη νύχτα της πρώτης μέρας που τελειώνουμε το σχολείο «Νύχτα του Μεγάλου Ψαρέματος». Στη λίμνη υπάρχει ένας βράχος που δεν είναι ούτε πολύ μεγάλος, ούτε πολύ μικρός. Πάνω του χωράμε όλοι να καθίσουμε να ψαρέψουμε. Τον λέμε «Βράχο της Πέρκας», αλλά δεν πιάνεις ποτέ σου πέρκες. Το μόνο που πιάνεις είναι κουνούπια! Την περασμένη φορά που πήγαμε, ο Πιπ έπιασε πράγματι μια πέρκα κι η Μπρίτα δύο ασπρόψαρα.
Αργότερα, η Άννα κι εγώ καθίσαμε στα σκαλιά της κουζίνας και μετρήσαμε πόσα τσιμπήματα είχαμε από κουνούπια. Εγώ είχα δεκατέσσερα στο δεξί μου πόδι και πέντε στ’ αριστερό. Η Άννα είχε εννιά σε κάθε πόδι.
- Θα μπορούσε να γίνει ωραίο πρόβλημα αριθμητικής, είπε η Άννα. Ας το γράψουμε για τη δεσποινίδα Τζόνσον, «Αν η Λίζα έχει δεκατέσσερα τσιμπήματα από κουνούπι στο ένα πόδι και πέντε στο άλλο, και η Άννα εννιά τσιμπήματα σε κάθε πόδι, πόσα τσιμπήματα έχουν κι οι δύο μαζί;»
Ξαφνικά, όμως, θυμηθήκαμε πως είχαμε διακοπές, κι ήταν χαζό να σκεφτόμαστε προβλήματα αριθμητικής! Έτσι διασκεδάσαμε ξύνοντας τα τσιμπήματά μας ως το βράδυ.
Τι θαύμα είναι οι καλοκαιρινές διακοπές! Το περασμένο καλοκαίρι ιδρύσαμε μια «Εταιρεία Κερασιών». Υπάρχουν πολλές κερασιές και στον κήπο μας και στον κήπο της Άννας και της Μπρίτας. Στου Όλυ δεν έχει καμία ή μάλλον καμία που να βγάζει κεράσια της προκοπής. Η Νότια Φάρμα όμως έχει ένα δέντρο που βγάζει θαυμάσια αυγουστιάτικα αχλάδια και δύο δαμασκηνιές με κάτι μικρά δαμάσκηνα μούρλια!
Η μεγαλύτερη κερασιά του Κόσμου νομίζω πως είναι αυτή έξω από το παράθυρο του παππού. Την ονομάσαμε «Κερασιά του Παππού». Τα βαριά κλαδιά της φτάνουν ως το χώμα και κάθε καλοκαίρι γεμίζει με μεγάλα κεράσια.[…]
[…] Είναι για μας πολύ εύκολο να σκαρφαλώνουμε στο δέντρο. Έχει μεγάλα γερά κλαδιά και μερικά είναι διχαλωτά. Έτσι μπορεί κανείς να βολευτεί καλά πάνω τους και να φάει του σκασμού. Κάθε χρόνο, την εποχή των κερασιών, όλοι μας έχουμε λίγο πονόκοιλο. Όταν περάσει η εποχή, σταματά κι ο πονόκοιλος και ξαναπιάνει την εποχή που ωριμάζουν τα δαμάσκηνα.

Άστριντ Λίντγκρεν, Σκανταλιές στο μικρό χωριό, μτφ. Ελένη Μανουήλ, εικ. Ιλόν Βίκλαντ, Ψυχογιός, 2004, σελ. 62-65