1837
Οι «25 παραστάσεις από την Ελληνική Επανάσταση»
Οι «25 παραστάσεις από την Ελληνική Επανάσταση»
Ο Παναγιώτης Ζωγράφος ζωγραφίζει με την καθοδήγηση του Μακρυγιάννη τις «25 παραστάσεις από την Ελληνική Επανάσταση». Οι σκηνές ζωγραφίστηκαν πρώτα σε ξύλο και μετά αντιγράφηκαν σε χαρτί σε τέσσερις σειρές, που ο Μακρυγιάννης προσέφερε στον Όθωνα, και στους αρχηγούς των τριών μεγάλων δυνάμεων: τον τσάρο Νικόλαο Β΄, την Βασίλισσα Βικτωρία της Αγγλίας και τον Λουδοβίκο Φίλιππο της Γαλλίας. Από τις τέσσερις σειρές γνωστές σήμερα είναι μόνο δύο: της Γενναδείου Βιβλιοθήκης (που ανήκε στον Όθωνα) και της Βασίλισσας Βικτωρίας, που βρίσκεται στον Πύργο του Windsor.
Διαβάστε σχετικά:
Αφού πήγα κ’ εγώ με την τετραρχίαν μου, παρατήρησα κι’ όλες της θέσες οπο ’γιναν πολέμοι, και σημάδεψα όλες αυτές της θέσες κι’ όσες άλλες ήξερα• κ’ έρχοντας εδώ εις Αθήνα πήρα ένα ζωγράφο Φράγκο και τον είχα να μου φκειάση σε εικονογραφίες αυτούς τους πολέμους. Δεν γνώριζα την γλώσσα του. Έφκειασε δυο τρεις, δεν ήταν καλές• τον πλέρωσα κ’ έφυγε. Αφού έδιωξα αυτόν τον ζωγράφο, έστειλα κ’ έφεραν από την Σπάρτη έναν αγωνιστή, Παναγιώτη Ζωγράφον τον έλεγαν• έφερα αυτόν και μιλήσαμεν και συνφωνήσαμεν το κάθε κάδρο την τιμήν του• κ’ έστειλα κ’ ήφερε και δυο του παιδιά• και τους είχα εις το σπίτι μου όταν εργάζονταν. Κι’ αυτό άρχισε από τα 1836 και τελείωσε τα 1839. Έπαιρνα τον ζωγράφο και βγαίναμεν εις τους λόφους και το ’λεγα• «Έτζι είναι εκείνη η θέση, έτζι εκείνη• αυτός ο πόλεμος έτζι έγινε• αρχηγός ήταν των Ελλήνων εκείνος, των Τούρκων εκείνος». Εις το πρώτο κάδρο είναι ζωγραφισμένος ο Παντοκράτορας και η Ελλάς αλυσωμένη• και την κυτάγει ο Παντοκράτορας και της λέγει• «Ελλάς, Ελλάς! Διά τα αίματα και θυσίες των Ελλήνων και Φιλελλήνων σε εσπλαχνίζομαι και φωτίζω τα τρία δυνατά Έθνη να σου τιναχτούν οι άλυσοι οπού ’χες τόσους αιώνες εις τα ποδάρια σου• και σε καταστήνω βασίλειον, να βασιλεύεσαι από τον Όθωνα κι’ Αμαλία». Και της τινάζει τους άλυσους από τα ποδάρια• και την παίρνει ο Παντοκράτορας και της βάνει εις το δεξιόν κι’ αριστερόν τον Βασιλέα και Βασίλισσα Όθωνα κι’ Αμαλία• κι’ ο Παντοκράτορας επί κεφαλής του κάδρου. Κι’ ο άγγελός του τους στεφανώνει. ’Σ άλλο μέρος του κάδρου είναι οι τρεις βασιλείς των Δυνάμεων• κι’ ο άγγελος στεφανώνει κι’ αυτούς τους τρεις• κι’ όλος ο λαός και το γερατείον γονατιστόν κάνουν μίαν δοξολογίαν εις τον Θεόν και λένε• «Δοξασμένος να είσαι, Κύριέ μου, διά την νεκρανάστασιν οπό ’καμες. Ζήτω τα τρία δυνατά έθνη και οι βασιλείς αυτεινών! Ζήτω η πατρίδα μας, ο Βασιλέας μας και η Βασίλισσά μας!» Εις τ’ άλλο κάδρο είναι η Κωσταντινόπολη ζωγραφισμένη και η θέση της. Είναι ο πρώτος Σουλτάνος, οπού την κυρίεψε, ζωγραφισμένος κι’ ο θρόνος του, οπού κάθεται και πίνει το ναργιλέ του• και οι σωματοφύλακές του και οι ’πασπισταί του γύρα• και οι πρόκριτοι και το γερατείον, οπού του προσφέρνουν τα δώρα και τα κλειδιά, του Σουλτάνου. Αυτός τους λέγει διά μέσον ενού ’πασπιστού• «Δεν έχω ανάγκη να μου προσφέρουν δώρα και κλειδιά• τους κυρίεψα με το σπαθί μου (και τους δείχνει το σπαθί και τους λέγει)• Με το σπαθί μου κυρίεψα αυτούς• και τα δώρα τους και κλειδιά δεν έχω ανάγκη να μου τα προσφέρουν αυτείνοι». Και προστάζει και τους βάνουν εις τον ζυγόν, εις την τυραγνίαν. Τότε αφού είδαν αυτούς εις τον ζυγόν ένα μέρος πήρε τα βουνά. Λέγει ο ’πασπιστής εις τον Σουλτάνο• «Καλά, έβαλες αυτούς εις τον ζυγόν• οι άλλοι πήραν τα βουνά». Τότε αφού τους είδε ο Σουλτάνος, διατάττει πεζούρα και καβαλλαρία και πολεμούν με την μαγιά της λευτεριάς (οπού την βάστηξαν ξυπόλυτοι και γυμνοί τόσους αιώνες εις τα βουνά κ’ ερημιές να μην χαθή, και σκότωναν οι τύραγνοι και οι τουρκοκοτζαμπασήδες έναν από αυτούς και γένονταν δέκα. Και είχαν συντρόφους όλοι αυτείνοι τ’ άγρια θεριά και φείδια, οπού συνκατοικούσανε μαζί, και προστάτη μόνον τον Θεόν. Και τροφή είχαν το κρέας των τύραγνων Ρωμαίγων, όσοι ήσαν σύνφωνοι με τους Τούρκους, και Τούρκων και το αίμα τους κρασί). Τότε εις ένα μέρος είναι η Ελλάς αλυσωμένη και κατεβαίνουν από τα βουνά τρεις με τα όπλα τους και γκεζερούν της πολιτείες και λένε των ανθρώπων• «Εμάς μας τρώγει η γύμνια και η ταλαιπωρία τόσους αιώνες δι’ αυτείνη την πατρίδα – δεν την βλέπετε οπού είναι αλυσωμένη και καταφρονεμένη• τα παράσημά της πεταμένα• και σεις ακόμα σίγρι κάνετε; Ως πότε, τουρκοραγιάδες, ως πότε να σας βυζαίνουν οι Τούρκοι και οι οπαδοί τους κοτζαμπασήδες και τουρκοκαπεταναίγοι;» Αφού αυτείνοι οι τρεις ’θουσιάσαν τους πολίτες, φαίνεται ο Ρήγας Βελεστίνος, το αγαθό παιδί της πατρίδας, και βαστάγει ένα σακκουλάκι με τον σπόρο της λευτεριάς και σπέρνει αυτόν τον σπόρον. Το τρίτο κάδρο είναι ο πόλεμος του Διάκου εις το γιοφύρι της Αλαμάνας κι’ αυτός παλουκωμένος κι’ ο Δεσπότης Σαλώνων και οι άλλοι. Το τέταρτο είναι το χάνι της Γραβιάς, η Άμπλανη και του Σαλώνου τα μέρη. Το πέφτο είναι τα Βασιλικά, ο χαλασμός του Μπαγιράνπασια. Το έκτον είναι η Λαγκάδα. Το εφτά είναι η Τροπολιτζά και όλοι εκείνοι οι πολέμοι. Το οχτώ είναι η Άρτα, το Σούλι και η Σπλάντζα. Το εννιά είναι το κάστρο της Αθήνας, οπού το πήραν οι Αθηναίγοι με ρισάλτο. Το δέκα είναι τα Ντερβένια, Κόρθο, Ντερβενάκι, Άργος, Παλαμήδι και Ανάπλι. Το έντεκα Νύδρα, Σπέτζες, Ψαρά, Γαλαξείδι• γράφονται ναυάρχοι, μπουρλοτιέροι, νοικοκυραίγοι• τι καράβια τούρκικα έκαψαν ο καθείς. Το δώδεκα οι Παλιοβαρίνοι, Σφαχτηρία, Νιόκαστρον. Το δεκατρία η Δυτική Ελλάς, κέντρο Βόνιτζα, Πούντα, Πρέβεζα, πολέμοι ’σ εκείνο το μέρος από Γιάννενα και κάτου. Το δεκατέσσερο η Ανατολική Ελλάς, κέντρο η Φήβα• όλοι οι σημαντικοί αυτεινού του μέρους στρατιωτικοί και πολιτικοί από ’κοσιτέσσερα χωριά γραμμένοι• ύστερα ο Υψηλάντης με της χιλιαρχίες και Τούρκους οπού πολέμησε. Το δεκαπέντε οι Μύλοι του Αναπλιού καθώς έγινε ο πόλεμος. Το δεκάξι Μισολόγγι, Κλείσοβα, Βασιλάδι, οπού κάηκαν οι άνθρωποι, και τ’ άλλα μέρη. Το δεκαφτά Αράχωβα, μοναστήρι, οι δυο πύργοι με τα κεφάλια των Τούρκων. Δεκοχτώ Περαίας, Δράκος, Μουνιχία, Πασσαλιμάνι, Μετόχι, Μποστάνια κι’ όλα τα ταμπούρια. Δεκαεννιά Τρεις Πύργοι, τα έντεκα ταμπούρια, τα τρία τα μπροστινά, το τυφλό, οπού χαλάστηκαν οι Σουλιώτες κι’ άλλοι• ’στο ρέμα ζωγραφισμένος εγώ, οπού τους δείχνω να γένη εκεί το ταμπούρι, να μην πιάσουνε το ρέμα οι Τούρκοι (και δεν θέλησαν). Είκοσι το κάστρο της Αθήνας, όλες οι θέσες απόξω, οπού μας πολιορκούσε ο Κιτάγιας, Χρυσοσπηλιώτισσα, η θέση οπού σκοτώθη ο Γκούρας κι’ όλες οι θέσες με τους ανθρώπους κι’ ο Φαβιές και ταχτικό. Εικοσιένα η Κρήτη και η Σάμο, οπού χύθη τόσο αίμα (και η ασπλαχνία των δυνατών τους άφησε πίσου εις την τυραγνίαν του Σουλτάνου). Εικοσιδύο η Καλιακούδα, Καρπενήσι, οπού σκοτώθη ο Μάρκος. Εικοσιτρία είναι η ναμαχία των τριών στόλων, το Νιόκαστρον, οι Αβαρίνοι, το νησί, λιμάνι, τα τούρκικα καράβια και των Δυνάμεων. Εικοσιτέσσερα η Ελλάς κρατεί στέφανο εις το χέρι της και στεφανώνει όλους τους Φιλέλληνας• και είναι γραμμένα όλα τους τα ονόματα ζωντανών και σκοτωμένων, όσοι ήρθαν εις την πατρίδα κι’ αγωνίστηκαν. Εικοσιπέντε η Ελλάς ξαπλωμένη και ξεπλέγει τα μαλλιά της κι’ ο Αρμασπέρης της βγάνει με το χέρι του ματωμένο την καρδιά της. (Αυτό το κάδρο το ’μαθε αυτός και με κατάτρεχε• και διά να μην ακολουθήση τίποτας ήρθαν φίλοι εις το σπίτι μου – και σύνφωνος κι’ ο Ζωγράφος, ότι θα τον παίδευαν και χωρίς να ήμουν εκεί το ’καψαν να μην φανή εις το φως• κ’ υποσκέθη να μου το ματαφκειάση και δεν το ’φκειασε). Εικοσιέξι κάδρο δικό μου. Σε όλα τα κάδρα αυτά, οπού ’δωσα των πρέσβεων και του Βασιλέως, οπού χάθηκαν από εκείνον τον μπερμπάντη τον Ησαΐα, ήταν ζωγραφισμένες οι θέσες και τα ονόματα των αρχηγών Τούρκων και Ρωμαίγων γραμμένα από κάτου• και η κάθε θέση σημειωμένη με νούμερο και ύστερα γραμμένο από κάτου εις το κάδρο τ’ όνομά της με το νούμερον. Κ’ έλεγαν όλα• «Στοχασμός του Μακρυγιάννη. Έγιναν 25 εικόνες με ίδια του έξοδα και κόπους προς ευκαρίστησιν των πατριωτών και των ευεργέτων μας Φιλελλήνων. Μακρυγιάννης».
Ντοκυμαντέρ: http://www.hprt-archives.gr/V3/public/main/page-assetview.aspx?t... (Ο ζωγράφος Γιώργος Μαυροϊδής αναλύει τους πίνακες του Παναγιώτη Ζωγράφου στην εκπομπή Παρασκήνιο)
Απομνημονεύματα Μακρυγιάννη, Βιβλίο Γ΄κεφ. 5.