1819
Ο Γουόλτερ Σκοτ γράφει το μυθιστόρημα Ιβανόης
Ο Γουόλτερ Σκοτ γράφει το μυθιστόρημα Ιβανόης
Ο Γουόλτερ Σκοτ γράφει το μυθιστόρημα Ιβανόης, μια ιστορία μακροχρόνιας έχθρας και συγκρούσεων, για χριστιανούς, εβραίους, μουσουλμάνους, οικογένειες και βασιλιάδες. Όλα αυτά μαζί δημιούργησαν μια ιστορία που έγινε μύθος.
Ακολουθεί ένα μικρό απόσπασμα του μυθιστορήματος:
Ο ήλιος έπεφτε προς τη δύση του πάνω από το μεγάλο δάσος δίπλα στον ποταμό Ντον, που κυλούσε στις όμορφες κοιλάδες της κεντρικής Αγγλίας. Δυο παράξενες μορφές κινούνταν σε ένα ξέφωτο του δάσους. Ο ένας, ο Γκαρθ, ο χοιροβοσκός με τη μακριά γενειάδα, ήταν ντυμένος με μια χιλιομπαλωμένη προβιά και είχε ένα μαχαίρι κι ένα βούκινο στη ζώνη του. Ο άλλος, ο Γουάμπα, ο γελωτοποιός, φορούσε ένα παρδαλό μανδύα με αλλόκοτα σχέδια κι ένα σκουφί που είχε πάνω στου ραμμένα κουδουνάκια που κουδούνιζαν καθώς κουνούσε το κεφάλι του. Στη ζώνη του είχε ένα ξύλινο σπαθάκι. Κι οι δυο τους είχαν περασμένο στο λαιμό τους ένα μπρούτζινο περιλαίμιο, που δήλωνε ότι ήταν σκλάβοι του άρχοντα Σέντρικ του Ροδεργουντ.
«Κατάρα να πέσει πάνω σας», φώναξε ο Γκαρθ στα γουρούνια του, τα οποία πάσχιζε μάταια να μαζέψει με τη βοήθεια του τσοπανόσκυλού του, του Φανγκς.
«Κάνε ησυχία, Γκαρθ», απάντησε ο Γουάμπα, «ακούω άλογα να καλπάζουν».
Από τη στροφή του δρόμου ανάμεσα στα δέντρα, ξεπρόβαλαν δέκα καβαλάρηδες. Ο Γουάμπα αναγνώρισε ανάμεσά τους τον Άιμερ, ηγούμενο του αβαείου του Ζορβό. Δίπλα του ήταν ένας ρωμαλέος, ηλιοκαμένος άντρας που φορούσε μια αλυσιδωτή πανοπλία και κράνος. Στον κόκκινο μανδύα του ξεχώριζε ένας λευκός σταυρός που φανέρωνε ότι ο καβαλάρης ήταν μοναχός – πολεμιστής και ανήκε στο τάγμα των Ιπποτών του Ναού.
«Αγαπητά μου παιδιά, μπορείτε να μου πείτε κατά πού πέφτει το Ρόδεργουντ;» ρώτησε ο ηγούμενος τον Γουάμπα και τον Γκαρθ. «Ψάχνουμε για νυχτερινό κατάλυμα».
«Είναι μακριά το Ρόδεργουντ, άγιε πατέρα. Καλύτερα να πάτε στο μοναστήρι του Μπρίνξγουορθ, όπου θα βρείτε φιλοξενία αντάξιά σας», απάντησε ο Γουάμπα.
«Άφησε τα λόγια και δείξε μας το δρόμο σκλάβε», φώναξε ο ιππότης, σηκώνοντας το μαστίγιο που κρατούσε για να χτυπήσει το γελωτοποιό.
«Θα ακολουθήσετε αυτό το μονοπάτι μέχρι να φτάσετε σ’ ένα πεσμένο σταυρό. Έπειτα θα πάτε αριστερά και θα φτάσετε στο Ρόδεργουντ», είπε ο Γουάμπα, κλείνοντας το μάτι στον Γκαρθ, αφού ο δρόμος που έδειχνε στον ηγούμενο ήταν ολότελα λάθος.
Λίγο αργότερα, όταν η συντροφιά των καβαλάρηδων είχε απομακρυνθεί από τους δύο φίλους, ο ηγούμενος είπε στον ιππότη:
«Σερ Μπράιαν ντε Μπουά – Ζιλμπέρ, κάθε τόπος έχει τις συνήθειες του, μην είσαι τόσο επιθετικός. Ο λόρδος Σέντρικ του Ρόδεργουντ, τον οποίο θα επισκεφτούμε, είναι Σάξονας, περηφανεύεται για την καταγωγή του κι έχει οξύθυμο χαρακτήρα».
«Ελπίζω η προστατευόμενή του, λαίδη Ροβένα, να είναι τόσο όμορφη όσο ακούγεται έτσι ώστε να μαλακώσει η οργή μου για τους Σάξονες και ειδικά γι’ αυτόν τον ξιπασμένο που τσακώνεται διαρκώς με τους Νορμανδούς γείτονές του», απάντησε ο σερ Μπράιαν.
«Να είσαι προσεκτικός με τη Ροβένα, γιατί ο Σέντρικ δε χαρίζει κάστανα. Την προσέχει σαν να ήταν πραγματική του κόρη. Λένε πως έδιωξε τον γιο του, τον Ιβανόη, επειδή την ερωτεύτηκε. Θέλει να την παντρέψει με τον Αθελστάιν, που η γενιά του κρατάει από Σάξονες βασιλιάδες. Αλλά να, φτάσαμε στον πέτρινο σταυρό».
Στη βάση του σταυρού ήταν ξαπλωμένος ένας άνθρωπος. Ο ηγούμενος τον σκούντησες με το ραβδί του και τον ρώτησε αν ξέρει το δρόμο για το Ρόδεργουντ.
«Ναι, μπορώ να σας οδηγήσω στο Ρόδεργουντ. Είμαι απ’ αυτά τα μέρη και ξέρω τα κατατόπια. Μόλις γύρισα από τους Άγιους Τόπους, όπου είχα πάει για προσκύνημα».
Πράγματι, περνώντας τους μέσα από βάλτους και λόγγους, ο προσκυνητής τους οδήγησε γρήγορα μπροστά στον πύργο του Σέντρικ. Είχε αρχίσει να βρέχει, γι’ αυτό ο ιππότης του Ναού σήμανε με το βούκινό του για να ανοίξουν την πύλη.
Εκείνη την ώρα, ο λόρδος Σέντρικ πηγαινοερχόταν εκνευρισμένος στη μεγάλη αίθουσα του πύργου του. Η λαίδη Ροβένα μόλις είχε γυρίσει από την εκκλησία μούσκεμα από τη βροχή. Ο Γκαρθ, ο χοιροβοσκός του, δεν είχε φέρει πίσω το κοπάδι του. Έλειπε ακόμη κι ο γελωτοποιός του, ο Γουάμπα, που τον διασκέδαζε με τα αστεία του. Ο Σέντρικ δε χώνευε τους Νορμανδούς, οι οποίοι εδώ κι εκατό χρόνια είχαν υποτάξει την Αγγλία, μετά τη μάχη του Χέιστνιγκς, όπου ο Νορμανδός βασιλιάς Γουλιέλμος νίκησε το Σάξονα βασιλιά Χάρολντ.
- Ουόλτερ Σκοτ, Ιβανόης, διασκ. Πέτρος Παπαπέτρος, εικ. Μιχάλης Διαλυνάς, Ερευνητές, 2008