Περί τριχών
Μερικές ενδεικτικές αναφορές αποκοπής και προσφοράς τριχών σε τελετουργικά νεκρικά, γάμου, ενηλικίωσης, ευχών και προσευχών για σωτηρία από κάθε μορφή κινδύνου (ναυάγιο, χρέη…):
· Ο Πηλέας είχε υποσχέθηκε τα μαλλιά του Αχιλλέα στον Σπερχειό, αν ο γιος του γυρνούσε σώος από τον πόλεμο:
Κι είπε [ο Αχιλλέας] με πόνον της καρδιάς κοιτώντας τα πελάγη:
«Άλλα σου ευχήθη, ω Σπερχειέ, το στόμα του πατρός μου,
όταν εκεί θα εγύριζα στην γην την πατρικήν μου,
να δώσει εσέ την κόμην μου και αγίαν εκατόμβην […]
(Ιλιάδα, Ψ, 143-146, μετ. Ι. Πολυλάς)
· Όταν ετοιμάστηκε η κηδεία του Πατρόκλου, οι σύντροφοί του έκοψαν τα μαλλιά τους «και τον εσκέπασαν» (Ψ 134-135) -τα μαλλιά, σε αντίθεση με όσους τα προσφέρουν, έμεναν για πάντα με τον νεκρό.
· Ο Θάνατος έκοψε τα μαλλιά της Άλκηστης, αφιερώνοντάς τα στους θεούς του Κάτω Κόσμου (Ευρ., Άλκ. 73-5).
· Ο Θησέας, όταν πήγε στους Δελφούς, πρόσφερε τα μαλλιά του στον θεό. Αντί όμως να τα κόψει τελείως, ξύρισε μόνο το μπροστινό μέρος του κεφαλιού του, όπως οι Άβαντες, λαός πολεμικός που μνημονεύεται στην Ιλιάδα. Η ανώδυνη προσφορά μέρους του σώματος ήταν δηλωτική της ολικής προσφοράς του εαυτού στον θεό.
· Στην Τροιζήνα οι μελλόνυμφες έκλαιγαν τον Ιππόλυτο κι έκοβαν τα μαλλιά τους για να του τα προσφέρουν (Ευρ., Ιππόλ. 1424-6· Παυσ. 2.32.1), προφανώς επειδή ο γάμος συνιστούσε μια διαβατήρια τελετή, επειδή οι κοπέλες βίωναν την εμπειρία του γάμου σαν εμπειρία θανάτου -αποχωρισμός από τους οικείους και αποχαιρετισμός μιας ηλικίας και ενός τρόπου ζωής που τελείωνε αμετάκλητα.
· Φτωχοί και ταλαιπωρημένοι ναυτικοί αφιέρωναν στους Μεγάλους Θεούς της Σαμοθράκης στο νησί λίγες τρίχες από τα μαλλιά τους σαν θυσία:
· Γλαύκῳ καὶ Νηρῆι καὶ Ἰνοῖ καὶ Μελικέρτῃ καὶ βυθίῳ Κρονίδῃ καὶ Σαμόθρᾳξι θεοῖς σωθεὶς ἐκ πελάγους Λουκίλλιος ὧδε κέκαρμαι τὰς τρίχας ἐκ κεφαλῆς· ἄλλο γὰρ οὐδὲν ἔχω.
Στον Γλαύκο και τον Νηρέα, στην Ινώ και τον Μελικέρτη, στον γιο του Κρόνου των βυθών και στους θεούς της Σαμοθράκης, εγώ ο Λουκύλλιος, αφού σώθηκα από το πέλαγος, έκοψα με αυτόν τον τρόπο τις τρίχες από το κεφάλι μου, γιατί δεν έχω τίποτε άλλο. (AG 6.164)