Ο Γανυμήδης οινοχόος στον γάμο του Πηλέα και της Θέτιδας
Ω, πόσον ήτο γλυκύς ο γαμήλιος παιάν του λιβυκού αυλού,
της χορευτικής κιθάρας και των καλαμίνων συρίγγων,
ο διαχυθείς ανά το δασώδες Πήλιον, ότε αι καλλιπλόκαμοι
Πιερίδες Μούσαι, ελθούσαι εις τους γάμους του Πηλέως
και εξυμνούσαι διά μολπών μελωδικών την Θέτιδα και τον Αιακίδην
επί του όρους των Κενταύρων, εχόρευον κατά το συμπόσιον των θεών
κτυπώσαι το έδαφος διά των χρυσών αυτώνσανδάλων,
ενώ ο γόνος του Δαρδάνου, ο εκ Φρυγίας Γανυμήδης,
του οποίου το κάλλος ήτο εις τον Δία τόσον προσφιλές,
ήντλει εκ των χρυσών κρατήρων το νέκταρ!
Τότε και αι πεντήκοντα κόραι του Νηρέως εχόρευον εις τους γάμους
εκείνους ελισσόμεναι εν κύκλω παρά την λευκήν άμμον του αιγιαλού.
(Ευρ. Ιφ. εν Αυλ. 1036-1060, μετ. Ιωαν. Φραγκιάς)