Ίτυς
Έβλεπε χάρο το παιδί, γι' αυτό άπλωνε τα χεράκια του ικέτης,
«μάνα, μανούλα» φώναζε, κι εκεί που έκανε στον κόρφο της να γείρει
του έμπηξε η Πρόκνη το σπαθί ανάμεσα σε στέρνο και παΐδια.
Το τρύπησε χωρίς ν' αποστραφεί - μια μαχαιριά και δε χρειάστηκε άλλη
για το κορμάκι που ήταν λιγοστό· του άνοιξε κατόπι το λαρύγγι.
Νεκρό κορμάκι που άχνιζε ζωή, δυο αδελφές μαζί το κομματιάσαν.
Πήρανε χύτρες μπρούτζινες βαθιές και έριξαν τα μέλη του να βράζουν,
τα σωθικά τα σούβλισαν - παντού απομεινάρια, αίματα και λύθρες.
(Οβ., Μετ. 6.639-646, μετ. Θ.Δ. Παπαγγελής)