Ομηρικοί ύμνοι στην Άρτεμη
(α)
Μούσα, ύμνησε την Άρτεμη, την αδερφή του μακρορίχτη θεού,
την παρθένα που σκορπάει τα βέλη της, την ομότροφη του Φοίβου,
που ζεύοντας τ' άλογά της στον κατάφυτο με σχοίνα Μέλητα
γοργά οδηγεί μέσα από τη Σμύρνη το ολόχρυο αμάξι της
στην αμπελοφυτεμένη Κλάρο, όπου ο αργυρότοξος Φοίβος
κάθεται και περιμένει την μακρορίχτρα που ρίχνει τα βέλη της.
Κι εσύ και όλες μαζί οι θεές να χαίρεστε με το τραγούδι·
όμως εγώ εσένα πρώτα κι από σένα άρχισα να τραγουδώ
κι από σένα αρχίζοντας θα συνθέσω κι άλλον ύμνο.
(Μετ. Θ. Γ. Μαυρόπουλος)
(β)
Τραγουδώ την Άρτεμη τη χρυσόβελη και πολυθόρυβη,
τη σεβαστή παρθένα, την ελαφοτοξεύτρια, που ρίχνει τα βέλη της,
τη δίδυμη αδελφή του χρυσόσπαθου Απόλλωνα,
αυτήν που μέσα σε σκοτεινά βουνά και σε ανεμόδαρτες κορυφές
χαίρεται με το κυνήγι και τεντώνει τα ολόχρυσα τόξα της
εξαπολύοντας βέλη στεναχτικά· τραντάζονται
οι κορυφές των υψηλών βουνών και αντηχούν τα ολοΐσκιωτα δάση
φοβερά από τις φωνές των αγριμιών· φρικιάζει η στεριά
και η γεμάτη ψάρια θάλασσας· ωστόσο εκείνη με δυνατή ψυχή
τριγυρίζει παντού κι εξαφανίζει τα γένη των αγριμιών.
Όταν πια ευχαριστηθεί η κυνηγήτρα των αγριμιών
κι ευχαριστήσει το νου της, χαλαρώνει τα εύκαμπτα
τόξα της και πάει στο μεγάλο ναό του αγαπημένου αδερφού,
του Φοίβου, στον πλούσιο τόπο των Δελφών, να ετοιμάσει
τον όμορφο χορό για τις Μούσες και για τις Χάριτες. Εκεί
κρεμάει τα τεντωμένα τόξα της και τα βέλη της κι έχοντας
χαριτωμένα στολίδια γύρω στο κορμί της τραβάει μπροστά
κάνοντας την κορυφαία του χορού· κι αυτές αθάνατη φωνή
βγάζοντας υμνούν την ομορφόποδη Λητώ, πως γέννησε παιδιά
που είναι τα καλύτερα παιδιά στις σκέψεις και στα έργα.
Να έχετε χαρές, παιδιά του Δία και της ομορφόμαλλης Λητώς·
κι εγώ και σ' άλλο τραγούδι ου εσάς θα μνημονεύσω.
(Μετ. Θ. Γ. Μαυρόπουλος)