Ο οίκος του Κατρέα: Αερόπη, Κλυμένη, Απημοσύνη, Αλθαιμένης
Από τον Κατρέα, τον γιο του Μίνωα, γεννήθηκαν η Αερόπη, η Κλυμένη, η Απημοσύνη και ένας γιος, ο Αλθαιμένης. Όταν ο Κατρέας ζήτησε χρησμό για το πώς θα τελειώσει η ζωή του, 3.13 ο θεός του απάντησε ότι θα πέθαινε από κάποιο από τα παιδιά του. Και ο Κατρέας κράτησε μυστικό τον χρησμό, τον έμαθε όμως ο Αλθαιμένης και επειδή φοβήθηκε μήπως γίνει φονιάς του πατέρα του, απέπλευσε από την Κρήτη μαζί με την αδελφή του Απημοσύνη, προσάραξε σε κάποια περιοχή της Ρόδου, την οποία, αφού κατέλαβε, την ονόμασε Κρητινία. Ύστερα, σκαρφάλωσε στο βουνό που ονομαζόταν Αταβύριο και ατένισε τα γύρω νησιά· ανάμεσά τους ξεχώρισε και την Κρήτη, και καθώς έφερε στο μυαλό του τους πατρογονικούς θεούς, ίδρυσε βωμό προς τιμή του Διός Αταβυρίου. Ύστερα από λίγο καιρό σκότωσε την αδελφή του με τα ίδια του τα χέρια. Όταν, δηλαδή, ο Ερμής την ερωτεύτηκε, καθώς εκείνη ξεγλιστρούσε και δεν μπορούσε να την πιάσει (διότι τον ξεπερνούσε σε ταχύτητα), κάλυψε τον δρόμο με φρεσκογδαρμένα δέρματα, πάνω στα οποία γλίστρησε η κοπέλα γυρνώντας από την κρήνη· και τότε, ο θεός τη βίασε. Και αυτή φανέρωσε το γεγονός στον αδελφό της· αυτός όμως, επειδή θεώρησε ότι η ιστορία με τον θεό ήταν πρόφαση, όρμηξε επάνω της και τη σκότωσε χτυπώντας την με κλωτσιές. 3.15 Όσο για την Αερόπη και την Κλυμένη ο Κατρέας τις έδωσε στον Ναύπλιο για να τις πουλήσει σε ξένα μέρη. Τη μία από αυτές, την Αερόπη, την παντρεύτηκε ο Πλεισθένης και έκανε δυο γιους, τον Αγαμέμνονα και τον Μενέλαο, ενώ την Κλυμένη την παντρεύτηκε ο Ναύπλιος και έγινε πατέρας αγοριών, του Οίακα και του Παλαμήδη. Αργότερα, σε βαθιά γεράματα ο Κατρέας επιθυμούσε να παραδώσει την εξουσία στον γιο του Αλθαιμένη, και γι' αυτόν τον λόγο 3.16 ήλθε στη Ρόδο. Όταν μαζί με τα παλικάρια του αποβιβάστηκε σε κάποιο ερημικό σημείο του νησιού, κυνηγήθηκε από βοσκούς που πίστεψαν ότι είχαν εισβάλει ληστές, μια και δεν μπορούσαν να τον ακούσουν που τους έλεγε την αλήθεια, γιατί τα σκυλιά γαύγιζαν δυνατά· του επιτέθηκαν, λοιπόν, κι εκείνοι, και ο Αλθαιμένης που έφθασε έρριξε το ακόντιό του και σκότωσε τον Κατρέα χωρίς να ξέρει ποιος είναι. Όταν, κατόπιν, το έμαθε, προσευχήθηκε και κρύφθηκε μέσα σε ένα χάσμα της γης. (Απολλόδωρος 3.12-16)
ὕστερον δὲ τούτων Ἀλθαιμένης ὁ Κατρέως υἱὸς τοῦ Κρητῶν βασιλέως περί τινων χρηστηριαζόμενος ἔλαβε χρησμόν, ὅτι πεπρωμένον ἐστὶν αὐτῷ τοῦ πατρὸς αὐτόχειρα γενέσθαι. βουλόμενος οὖν τοῦτο τὸ μύσος ἐκφυγεῖν ἑκουσίως ἔφυγεν ἐκ τῆς Κρήτης μετὰ τῶν βουλομένων συναπᾶραι, πλειόνων ὄντων. οὗτος μὲν οὖν κατέπλευσε τῆς Ῥοδίας εἰς Κάμειρον καὶ ἐπὶ [μὲν] ὄρους Ἀταβύρου Διὸς ἱερὸν ἱδρύσατο τοῦ προσαγορευομένου Ἀταβυρίου· διόπερ ἔτι καὶ νῦν τιμᾶται διαφερόντως, κείμενον ἐπί τινος ὑψηλῆς ἄκρας, ἀφ᾽ ἧς ἐστιν ἀφορᾶν τὴν Κρήτην. ὁ μὲν οὖν Ἀλθαιμένης μετὰ τῶν συνακολουθησάντων κατῴκησεν ἐν τῇ Καμείρῳ, τιμώμενος ὑπὸ τῶν ἐγχωρίων· ὁ δὲ πατὴρ αὐτοῦ Κατρεύς, ἔρημος ὢν ἀρρένων παίδων καὶ διαφερόντως ἀγαπῶν τὸν Ἀλθαιμένην, ἔπλευσεν εἰς Ῥόδον, φιλοτιμούμενος εὑρεῖν τὸν υἱὸν καὶ ἀπαγαγεῖν εἰς Κρήτην. τῆς δὲ κατὰ τὸ πεπρωμένον ἀνάγκης ἐπισχυούσης, ὁ μὲν Κατρεὺς ἀπέβη μετά τινων ἐπὶ τὴν Ῥοδίαν νυκτός, καὶ γενομένης συμπλοκῆς καὶ μάχης πρὸς τοὺς ἐγχωρίους ὁ Ἀλθαιμένης ἐκβοηθῶν ἠκόντισε λόγχῃ καὶ δι᾽ ἄγνοιαν παίσας ἀπέκτεινε τὸν πατέρα. γνωσθείσης δὲ τῆς πράξεως, ὁ [μὲν] Ἀλθαιμένης οὐ δυνάμενος φέρειν τὸ μέγεθος τῆς συμφορᾶς τὰς μὲν ἀπαντήσεις καὶ ὁμιλίας τῶν ἀνθρώπων περιέκαμπτε, διδοὺς δ᾽ ἑαυτὸν εἰς τὰς ἐρημίας ἠλᾶτο μόνος καὶ διὰ τὴν λύπην ἐτελεύτησεν· ὕστερον δὲ κατά τινα χρησμὸν τιμὰς ἔσχε παρὰ Ῥοδίοις ἡρωικάς. (Διόδωρος Σ. 5.59.1-5)