Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- χρονοδιάγραμμα το [xronoδiáγrama] Ο49 : διάγραμμα που παρουσιάζει τη χρονική σειρά που θα ακολουθήσουν τα διάφορα στάδια ενός έργου και τα χρονικά όρια, μέσα στα οποία πρέπει να ολοκληρωθούν.
[λόγ. χρονο- 1 + διάγραμμα μτφρδ. αγγλ. timetable]