Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- υδροκυάνιο το [iδrokiánio] Ο40 : (χημ.) ένωση υδρογόνου και κυανίου, υγρό άχρωμο το οποίο είναι πολύ ισχυρό δηλητήριο.
[λόγ. υδρο- + κυάνιον μτφρδ. αγγλ.(;) hydrocyanic acid]