Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πανδημία
1 εγγραφή
πανδημία η [panδimía] Ο25 : επιδημία που εξαπλώνεται σε όλη την έκταση μιας χώρας ή περιοχής, που προσβάλλει το σύνολο του πληθυσμού της.

[λόγ. < νλατ. pandemia < pan- = παν- + -demia κατά το epidemia < αρχ. ἐπιδημία (διαφ. το αρχ. πανδημία `όλος ο λαός΄)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες