Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: οπουδήποτε
1 εγγραφή
οπουδήποτε [opuδípote] επίρρ. τοπ. : με αόριστη αναφορά σε οποιοδήποτε σημείο ή χώρο, χωρίς τοπικό περιορισμό· όπου τυχόν, όπου να ΄ναι: Mπορούμε να συναντηθούμε ~ και οποτεδήποτε θέλεις, όπου. Είναι εύκολο ρούχο· φοριέται ~. Άφησέ το ~. || με εναντιωματική ή παραχωρητική πρόταση: ~ και να ρωτήσετε, θα βρείτε τις ίδιες τιμές. ~ κι αν το κρύψεις, θα το βρουν.

[λόγ. < ελνστ. ὁπουδήποτε μτφρδ. (ελνστ.) του λατ. ubicumque]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες