Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κλαγγή
1 εγγραφή
κλαγγή η [klangí] Ο29 : ήχος που ακούγεται, όταν συγκρούονται σιδερένια όπλα, κυρίως ξίφη. || Aκούγεται η ~ των όπλων, γίνεται σύρραξη.

[λόγ. < αρχ. κλαγγή]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες