Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: καζαμ
1 εγγραφή
Kαζαμίας ο [kazamías] Ο3 : λαϊκό έντυπο με το ημερολόγιο της χρονιάς και με διάφορες πληροφορίες και προβλέψεις που στηρίζονται στην αστρολογία.

[ιταλ. Casamia όν. φανταστικού αστρολόγου που έμπαινε ως τίτλος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες