Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- ηχομετρία η [ixometría] Ο25 : (φυσ.) η τεχνική της μέτρησης του ήχου. || η μελέτη της έντασης ή της πηγής των ήχων.
[λόγ. ηχο- + -μετρία μτφρδ. γαλλ. sonométrie (-métrie = -μετρία)]