Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: εκτάριο
1 εγγραφή
εκτάριο το [ektário] Ο42 : μετρική μονάδα για μεγάλες εκτάσεις, η οποία ισούται με 10.000 τετραγωνικά μέτρα.

[λόγ. < γαλλ. hectar(e) -ιον < hect- < αρχ. ἑκατόν (σφαλερά) + are `επιφάνεια εκατό τετραγωνικών μέτρων΄]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες