Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: διπλοτυπία
1 εγγραφή
διπλοτυπία η [δiplotipía] Ο25 : (γραμμ.) το φαινόμενο να είναι μια λέξη διπλότυπη.

[λόγ. διπλο- + τύπ(ος) -ία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες