Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: βιολογία
1 εγγραφή
βιολογία η [violojía] Ο25 : επιστήμη που ασχολείται με τα φαινόμενα της ζωής και τους νόμους που διέπουν τη λειτουργία των ζώντων οργανισμών: Όρος / επιστήμη της βιολογίας. Bιβλίο / καθηγητής βιολογίας. || το ομώνυμο μάθημα, βιβλίο, γνωστικό αντικείμενο: Γραπτές εξετάσεις στη ~.

[λόγ. < γερμ. Biologie ή μέσω του γαλλ. biologie < bio- = βιο- + -logie = -λογία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες