Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- διβάρι το [δivári] & βιβάρι το [vivári] Ο44 : (λαϊκότρ.) ιχθυοτροφείο.
[βι-: μσν. βιβάρι(ον) < λατ. vivari(um) -ον· δι-: ανομ. [v-v > δ-v] ]
Ένα εγχείρημα του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας για την υποστήριξη της ελληνικής γλώσσας στη διαχρονία της: αρχαία ελληνική, μεσαιωνική ελληνική, νέα ελληνική αλλά και στη συγχρονική της διάσταση.
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[βι-: μσν. βιβάρι(ον) < λατ. vivari(um) -ον· δι-: ανομ. [v-v > δ-v] ]
© 2006 - 2008 Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας | Δικαίωμα Πνευματικής Ιδιοκτησίας | Όροι Χρήσης |