Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- αποσπερίτης ο [aposperítis] Ο10 : (λαϊκότρ., λογοτ.) ονομασία του πλανήτη Aφροδίτη κατά την εμφάνισή του στη Δύση κοντά στο ηλιοβασίλεμα· (πρβ. Aυγερινός).
[μσν. αποσπερίτης < αποσπέρ(α) -ίτης < φρ. από εσπέρα `μετά την εσπέρα΄ με αποφυγή της χασμ.]