Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αγωγιμότητα
1 εγγραφή
αγωγιμότητα η [aγojimótita] Ο28 : (φυσ.) η ιδιότητα των υλικών σωμάτων να επιτρέπουν τη διέλευση ορισμένης ενέργειας: Hλεκτρική / θερμική / ακουστική ~. Mεγάλη / μικρή ~. H ~ των στερεών / υγρών / αερίων.

[λόγ. αγώγιμ(ος)1 -ότης > -ότητα μτφρδ. γαλλ. conductibilité]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες