Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: Νεοέλληνας
1 εγγραφή
Nεοέλληνας ο [neoélinas] Ο5 : Έλληνας της νεότερης Ελλάδας.

[λόγ. Nεοέλλ(ην) -ηνας < νεο- + Έλλην]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες