Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: "κανάτι 2"
1 εγγραφή
κανάτι 2 το : (τεχν., λαϊκότρ.) παραθυρόφυλλο από συμπαγές ξύλο, χωρίς γρίλιες.

[τουρκ. kanat ]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες