Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- όσκαρ το [óskar] Ο (άκλ.) : ονομασία επίσημης διάκρισης στο χώρο του κινηματογράφου: Bραβείο ~ σκηνοθεσίας / σεναρίου / καλύτερης ταινίας / πρώτου αντρικού ρόλου. Φιλμ / ηθοποιός / σκηνοθέτης / σεναριογράφος που πήρε το ~. Kινηματογραφική ταινία με τέσσερα ~ / που σάρωσε τα ~. || (ειρ.): ~ βλακείας / ηλιθιότητας, για άνθρωπο βλάκα, ηλίθιο.
[αγγλ. Οscar (σήμα κατατ.)]