Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ωτολογία η [otolojía] Ο25 : ειδικότητα της ιατρικής (της ωτορινολαρυγγολογίας) με αντικείμενο τη λειτουργία και τις παθήσεις του αυτιού.
[λόγ. < γαλλ. otologie < oto- = ωτο- + -logie = -λογία]