Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ωρίμασμα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ωρίμασμα το [orímazma] Ο49 : η ωρίμανση.

[ωριμασ- (ωριμάζω) -μα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες