Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ψυχόδραμα το [psixóδrama] Ο49 : μέθοδος ομαδικής ψυχανάλυσης ή ψυχοθεραπείας κατά την οποία το άτομο καλείται να πάρει μέρος σε δραματικές σκηνές που έχουν σχέση με τα προσωπικά του προβλήματα, μπροστά σε κοινό που περιλαμβάνει τους ψυχαναλυτές ή τους ψυχοθεραπευτές.
[λόγ. < γερμ. Ρsychodrama < psycho- = ψυχο- 2 + αρχ. δρᾶμα]