Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ψυχρόφιλος -η -ο [psixrófilos] Ε5 : (για ζώα ή φυτά) που ζει ή που ευδοκι μεί σε ψυχρό περιβάλλον.
[λόγ. < διεθ. psychro- = ψυχρο- + -phile = -φιλος]