Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ψευδής -ής -ές [psevδís] Ε10 : που δεν αντιστοιχεί στην πραγματικότητα, που περιέχει ψεύδος· (πρβ. ψεύτικος): Ψευδείς πληροφορίες / ειδήσεις. ~ εντύπωση / αντίληψη / γνώση. || πλαστός, ψεύτικος: ~ εικόνα / περιγραφή / ιστορία. || ανειλικρινής: ~ ισχυρισμός. ~ υπόσχεση. ~ ενθουσιασμός, υποκριτικός.
ψευδώς ΕΠIΡΡ λέγοντας ψεύδη: ~ ισχυρίζεται ότι [λόγ. < αρχ. ψευδής `ψεύτικος΄· λόγ. < αρχ. ψευδῶς]