Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- χτυπητήρι το [xtipitíri] Ο44 : 1.μικρό εργαλείο της κουζίνας που το χρησιμοποιούν για να ανακατεύουν διάφορα υλικά. 2. εργαλείο για το τίναγμα των χαλιών· τιναχτήρι. 3. (παρωχ.) ρόπτρο.
[χτυπη- (χτυπώ) -τήρι]