Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: χρησιμοποιήσιμος -η -ο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
χρησιμοποιήσιμος -η -ο [xrisimopiísimos] Ε5 : που μπορεί να χρησιμοποιηθεί: Tο κτίριο επισκευάστηκε για να γίνει χρησιμοποιήσιμο.

[λόγ. χρησιμοποιη- (χρησιμοποιώ) -σιμος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες