Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: χοντράνθρωπος
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
χοντράνθρωπος ο [xondránθropos] Ο20 : (οικ.) άνθρωπος αγενής, με χοντρούς τρόπους· άξεστος.

[χοντρ(ο)- + άνθρωπος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες