Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- χειρουργική η [xirurji
í] Ο29 : κλάδος της ιατρικής που ασχολείται με τις ασθένειες που θεραπεύονται με χειρουργική επέμβαση και με την εκτέλεση αυτών των επεμβάσεων: Γενική / παιδική / πλαστική / αισθητική ~. ~ της καρδιάς, καρδιοχειρουργική. || ~ των δοντιών, χειρουργική επέμβαση στο σώμα του δοντιού. [λόγ. < ελνστ. χειρουργική (ενν. τέχνη) ουσιαστικοπ. θηλ. του αρχ. επιθ. χειρουργικός `που έχει δεξιοτεχνία΄]