Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- χειροτεχνία η [xirotexnía] Ο25 : 1.κατασκευή διακοσμητικών ή και χρηστικών αντικειμένων, που γίνεται με τα χέρια και με τη βοήθεια κατάλληλων εργαλείων: Έργα ελληνικής χειροτεχνίας όπως π.χ. κεντήματα, ξυλόγλυπτα, κεραμικά κτλ. Εργαστήριο χειροτεχνίας. 2α. το σχετικό μάθημα στο δημοτικό σχολείο: Έφτιαξα μια χαρτοκοπτική / ένα κέντημα για τη ~ / για το μάθημα της χειροτεχνίας. β. χειροτέχνημα μαθητή: Πήρα άριστα στη ~ μου.
[λόγ. < αρχ. χειροτεχνία]