Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: χεζάς
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
χεζάς ο [xezás] Ο1 θηλ. χεζού [xezú] Ο37 : (προφ., μειωτ.) άνθρωπος πολύ δειλός· χέστης.

[χέζ(ω) -άς· χεζ(άς) -ού]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες